Καλησπέρες γιορτινές και προ-χριστουγεννιατικες, τώρα λίγο πριν γίνει του λαμπιονιού το σιδηρούν κιγκλίδωμα.
Μου έλειψε να γράφω και είπα σήμερα, μια φθινοπωρινή μέρα του Νοέμβρη (επιτέλους ας χειμωνιάσει όμως!) θα ξαναγράψω βρε αδερφέ να δω την «πένα» μου να παίρνει σάρκα και οστά.
Ο λόγος που γράφω είναι ένας. Να εξυμνήσω και να κατακρημνίσω στις ίδιες και απαράλλαχτες γραμμές τη χώρα μου. Μη με πείτε ούτε εθνικιστή, ούτε προκατειλημμένο. Μα μη με πείτε Ρωμιό, ούτε Γραικό. Έλληνας. Μου κάνει. Και στο τέλος, θα τα ακούσετε κι εσείς κι εγώ και όλοι.
Τα τελευταία χρόνια γίνεται ένα τεράστιο πανηγυράκι με την τύχη της χώρας μου και πως αυτή θα πλασαριστεί στο παγκόσμιο στερέωμα. Θα σας πω μια όμορφη ιστορία για αυτήν που πιθανότατα την έχετε ξανακούσει αλλά τη λατρεύω.
Κάποτε, ο Θεός μοίραζε τον κόσμο. Πρώτοι πρώτοι πήγαν οι Ρώσοι, οι Κινέζοι και οι Αμερικάνοι. Πήραν μεγάλα κομμάτια γης. Τελευταίοι λοιπόν για να μην τα πολυλογώ πήγαμε οι αφεντιές μας. Γκρίνια γκρίνια-γκρίνια στο Θεό. Του λέμε λοιπόν να μας δώσει κάτι. Ένα μικρό κομμάτι γης να ζήσουμε. Ο Θεός (που πάντα σε όλες τις ιστορίες) μας λυπήθηκε, και είπε: «Έχω ένα κομμάτι Γη αλλά το φυλούσα για τα γηρατειά μου. Υπάγετε εκεί και όταν το χρειαστώ, βλέπουμε.»
Περίεργο ε; Όχι και τόσο. Η χώρα μας είναι μικρή, υπάρχουν μεγαθήρια στον πλανήτη που μπορούν να μας κατασπαράξουν αλλά δεν το κάνουν. Γιατί; Γιατί έχουμε κάτσει στη μέση της διασταύρωσης. Και όλοι όσοι θέλουν να περάσουν δε θέλουν να πληρώνουν διόδια αλλά να το κάνουμε κυκλική διαδρομή που είναι και της μόδας. Ένα πέρασμα η Ελλάδα, μία χώρα Πάσχα (πέρασμα) από τη Δύση στην Ανατολή, από τον Ευρωπαϊκό στον Ανατολικό πολιτισμό, σταυροδρόμι τριών ηπείρων. Και βαριαναστενάζουν οι ανιστόρητοι στις τηλεοράσεις και ανεβάζω πίεση 300. «Αχ Ελλάδα μου ταλαιπωρημένη πόσα πέρασες»
Λογικό. Όταν σε διεκδικούν 3 ήπειροι είναι λογικό να είναι ταλαιπωρημένη. Άρα, συμπέρασμα 1: Δε φταίμε εμείς που είμαστε εδώ στο χάρτη.
Πάμε παρακάτω. «Εμείς φέραμε τον πολιτισμό!Πρώτοι από όλους»
Και αυτό λογικό. Είχες τους περισσότερους θαλασσοπόρους ακριβώς επειδή ο μισός γενικός πληθυσμός γεννήθηκε δίπλα στη θάλασσα ή την είχε στη μία ώρα απόσταση. Αλλά όχι Ελληναρά με τη φραπεδούμπα στο χέρι. Δεν ήσουνα μόνο εσύ. Κινέζοι, Ασσύριοι, Αιγύπτιοι, Άραβες όλοι προσέφεραν. Μπορεί μα βάση τους δικούς σου αρχαίους ναι, αλλά το συνέχισαν. Σημασία λοιπόν δεν έχει μόνο αυτός που ξεκινάει κάτι αλλά κι αυτός που το συνεχίζει.
Άρα, συμπέρασμα 2: Δώσαμε τα φώτα του πολιτισμού, αλλά έχουν και άλλοι λαοί πρόσβαση στο γενικό διακόπτη.
Ξέρεις Έλληνα όμως γιατί πρέπει να είσαι υπερήφανος. Για την ιστορία σου και μόνο. Και γιατί πάντα όπως είπε αγωνιστής του 1821, ήμασταν μία φούχτα. Τόσοι ήμασταν. Όχι. Δε σηκώνω κουβέντα σε αυτό. Όταν θέλαμε αυτό-οργανωνόμασταν σε δευτερόλεπτα. Κατεβάζαμε κυβερνήσεις για την πλάκα, διώχναμε με ποτάμια αίμα, αλλά διώχναμε επαγγελματίες πολεμιστές, ασκέρια ολόκληρα! Σκεφτόμασταν, είχαμε δώσει όλη την προσοχή και το αίμα στη σκέψη και στη φιλοσοφία και από-δημοκρατιστήκαμε βάζοντας δούλους να κάνουν τη βρώμικη δουλειά ενώ εμείς κάναμε το Πυθαγόρειο θεώρημα και ο Σωκράτης μάθαινε ένα τρόπο διδασκαλίας που σήμερα εφαρμόζεται από το σύνολο του κόσμου.
Ναι!
Γιατί εμείς μάθαμε από νωρίς τι σημαίνει φυσάει κόντρα στη θάλασσα, εμείς κάναμε εμπόριο και είχαμε τις κυρές μας κυρίες κανονικές με στολίδια και υφάσματα από την ανατολή, εμείς κάναμε Πανεπιστήμια, εμείς πλάσαμε τόσο όμορφες ιστορίες, κάναμε το θέατρο, μέχρι και αγώνες θεατρικούς δημιουργήσαμε για να άγουμε την ψυχή μας σε ένα ψηλότερο βάθρο.
Ναι, εμείς, εμείς πηγαίναμε ξυπόλητοι στα αγκάθια με τον εχθρό γιατί στα μάτια του βλέπαμε τη μύγα που έχει κάτσει στο λαιμό μας και θέλαμε να τη σκοτώσουμε. Εμείς εδώ στου κόσμου τη γωνιά, φτιάξαμε όνειρο, μικρό φονιά. Όνειρα ότι θα κατακτούσαμε το άπαν σύμπαν και το κάναμε. Μας τέλειωσε η γη να τη γεωμετρούμε και κοιτάξαμε τα αστέρια. Και τι συνέβη τότε;
Κατάλαβαν το χειρότερο και το πιο τρωτό σημείο μας. Τη διχόνοια. Από πάντα τον Έλληνα δεν τον νοιάζει να έχει κατσίκα που να βγάζει γάλα τον νοιάζει να ψοφήσει του γείτονα. Και το έπιασαν τα τσακάλια και οι αριστοτέχνες της προπαγάνδας και κάνανε τους τρελούς βασιλιάδες των ηλιθίων.
Δημιούργησαν έχτρες και διχόνοιες γιατί κατάλαβαν ότι ο Έλληνας έρχεται σε οργασμό χωρίς προσπάθεια, με τη λέξη εξουσία. Του γαργαλάει τον εγκέφαλο, τον μετασχηματίζει, μπαίνει στο μυαλό του και τον υπνωτίζει. Και σαν υπνωτιστεί δε θωρεί τίποτα μπροστά του παρα μόνο την εξουσία. Και του κάνει για όλα. Για μάνα, για σύντροφος για φίλη κι αδερφή του. Να τα χει όλα ο κουζουλός που θα λεγε ο φίλος και συνάδελφός μου Μιχάλης και να αναρωτιέται τις νύχτες γιατί ο άλλος είναι μπροστά από αυτόν. Ναι, είναι ο ίδιος που έδωσε το σημερινό fair play. Ευγενή άμιλλα το λέγανε οι πρόγονοί του. Χειροκροτούσαν τον Ολυμπιονίκη. Τον στεφάνωναν. Δεν τον ζήλευαν. Σεβόταν.
Έτσι πρώτοι οι Πέρσες το κατάλαβαν και ενώ ο Λεωνίδας έγινε ταινία αυτοί μυρίστηκαν τις πόλεις κράτη και κυβέρνησαν. Το ίδιο όλοι μετά, όλοι, ίδιοι και απαράλλαχτοι. Και φτάσαμε στο σήμερα. Παρέλειψα όλα τα ενδιάμεσα με εμφυλίους εντέχνως για να μην ανάψουν πάθη και λάθη.
Και μετά από όλη τη διάβρωση μας λένε ότι πρέπει να τα πουλήσουμε. Όχι. Το θηρίο κοιμάται αλλά όχι για πολύ αδερφέ μου. Όχι για πολύ. Του πείραξες την εθνική κυριαρχία, θα πεταχτεί και θα σε κατασπαράξει. Θα σε φάει και ας είσαι το τελευταίο του γεύμα.
Καταλαβαινόμαστε τώρα που θα λεγε κι ο Ψαρονίκος.
Δε χρειάζονται περσότερα.
Έτσι είμαστε. Κουφιοκέφαλοι, καθίσαμε δουλέψαμε 500 χρόνια και καθόμαστε 2000 τώρα και ξεκουραζόμαστε. Απολαμβάνουμε αυτό που δεν έχουν οι άλλοι. Και οι άλλοι απολαμβάνουν τις σάρκες μας. Αλλά όχι για πολύ.
Μέχρι να είναι ανάγκη. Όπως τότε στις Θερμοπύλες. Ήταν ανάγκη να πολεμήσει ο Λεωνίδας με 300 άτομα ολόκληρο το Περσικό ασκέρι. Κι όμως το αφάνισε. Ήταν ανάγκη να πολεμήσει ο Παπαφλέσσας τον Ομέρ με 8000 στρατό σαν τρελός. Τον φίλησε ο Ομέρ μετά θάνατον.
Αφήστε τους να πιστεύουν ότι είμαστε σε λήθαργο. Είμαστε. Και δεν πειράζει που είμαστε λίγοι.
Έτσι κι αλλιώς πάντα λίγοι είμαστε. Ίσως έτσι να λειτουργούμε καλύτερα. Γι’ αυτό ενωθείτε. Το σκοτάδι δεν είναι κοντά. Είμαστε μέσα στο σκοτάδι. Χρέος μας να μεγαλώσουμε τις κόρες των ματιών μας και να ψάξουμε το φως στην άκρη του τούνελ. Κι ας μας έχουν για χαμένους.
Και θέλετε να με πείσετε λοιπόν, ότι εμείς, οι πάλαι ποτέ άρχοντες της Μεσογείου, οι πολίτες του κόσμου, φοβόμαστε πολιτική αλλοίωση και μεταποίηση γενιάς, από ένα μάτσο ανθρώπους που ότι και να είναι έχουν την ανάγκη μας. Τι λέτε;
Κι αν όλοι φοβάστε ότι όσοι ήρθαν, ήρθαν για να μείνουν, σε έναν λαό ανήκει το ρητό χίλιοι καλοί χωράνε και η λέξη φιλότιμο. Κι αν βλέπετε Κασσάνδρες μην της ακούτε. Ένας λαός με γερά θεμέλια στον πολιτισμό και στην κουλτούρα δεν έχει να φοβηθεί τίποτα. Μα τίποτα.
Άρα αναπνοή βαθιά και ψυχραιμία.
Φιλιά στα μούτρα