ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΑΝ για μια ακόμη χρονιά τα πόθεν έσχες των βουλευτών και λοιπών δημόσιων παραγόντων, ακολούθησαν οι αναλυτικές -επιλεκτικές- περιγραφές ποσών, καταθέσεων και ακίνητων περιουσιών, η σκυτάλη πέρασε κλασσικά στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, όπου γράφτηκαν αμέτρητα σχόλια περί… φτώχειας με τα σχετικά αναθέματα και η ζωή συνεχίζεται.
ΤΙ έγινε δηλαδή για μια ακόμη χρονιά;
Η παραπολιτική κυριάρχησε της πολιτικής.
ΠΟΙΟΣ έλεγξε τα πόθεν έσχες των βουλευτών; Ποιος διασταύρωσε τα όσα δηλώθηκαν; Και τελικά ποιος ο λόγος που υποβάλλονται και δημοσιοποιούνται;
ΤΟ δυστύχημα της επαναλαμβανόμενης ετήσιας κωμωδίας δεν είναι πως επί της ουσίας δεν αλλάζει τίποτα στον τρόπο ελέγχου της περιουσίας των ανθρώπων που μας κυβερνούν και που διαφεντεύουν τις τύχες της καθημερινότητας μας.
ΕΙΝΑΙ πως το ίδιο το πολιτικό μας σύστημα δεν αντιλαμβάνεται πως θα πρέπει αυτό να κινηθεί μόνο του προς την κατεύθυνση αυτή, εισάγοντας τις απαιτούμενες αλλαγές που τελικά θωρακίζουν το ίδιο.
ΑΝΤΙΘΕΤΩΣ, κωφεύει στα υπαρξιακά αιτήματα διαφάνειας επειδή πολύ απλά βολεύονται όσοι συμμετέχουν σ’ αυτό. Όσο όμως στέλνουν στην κοινωνία σημάδια βολέματος, τόσο μεγαλώνει η απόσταση του πολίτη από το ίδιο το πολιτικό σύστημα. Το ποσοστό της αποχής στις τελευταίες εκλογές έρχεται να επιβεβαιώσει του λόγου το αληθές.
ΣΕ μια χώρα όπου δεν διαθέτει τα απαιτούμενα θεσμικά αντίβαρα απέναντι στην εξουσία, ο δρόμος αυτός είναι επικίνδυνος. Πρωτίστως για την ποιότητα της ίδιας της Δημοκρατίας.