Το σπίτι της Χριστίνας ήταν απλό και πάντα τακτοποιημένο, το σαλόνι είχε ένα γωνιακό εικονοστάσι με τα στέφανα του γάμου της Μητέρας της και του Πατέρα της. Το δωμάτιό της δεν είχε αφίσες και το μπάνιο μύριζε κολόνια Μυρτώ.
Το σπίτι μας ήταν πάντα τακτοποιημένο στο δωμάτιο που βρισκόταν η Μητέρα μας. Δίπλα στα στέφανα της Μητέρας και του Πατέρα, στο ασημένιο εικονοστάσι, είχαμε τα δεύτερα κλειδιά του Καγιέν, το κλειδί της πομόνας και το διαβατήριο της Ιβάνκας. Το δωμάτιό μου είχε αφίσα Nirvana, Bruce Springsteen και Αντρέα Παπανδρέου. Το μπάνιο, όταν δεν είχε νέφος από την λακ, μύριζε Ultrex.
Στο κομοδίνο είχα δυο γαλλικά κλειδιά για τις σωλήνες, ένα πακέτο πούρα, ληγμένα προφυλακτικά και μια χάντρα για το μάτι. Η ντουλάπα ήταν γεμάτη κοστούμια και λαχουρένιες γραβάτες και στο πατάρι είχαμε τις σημαίες του ΠΑΣΟΚ, την ομπρέλα για τη θάλασσα και σκονισμένες βαλίτσες. Πίσω από το θερμοσίφωνα έκρυβα τα Max και τα Playboy και αρκετό χαρτί υγείας.
Η τηλεόραση καλυπτόταν από σεμεδάκια της γιαγιάς και έπαιζε κανάλι 29, τον Αντέννα τον είχαμε βγάλει. Πάνω στην τηλεόραση υπήρχε πάντα μια εσωτερική καφέ κεραία που δεν συνδέθηκε ποτέ. Ο διάδρομος είχε τις λασπωμένες γαλότσες του πατέρα, τις δικές μου, τις παντόφλες της γιαγιάς και τις γόβες της Ιβάνκας.
Η κουζίνα ήταν γεμάτη καταψύκτες με αρνιά και προβατίνες που μας έφερναν οι φίλοι όταν τους βοηθούσαμε στα προβλήματα τους. Το ψυγείο είχε μαγνητάκια σουβενίρ από τα διακοποδάνεια.
Στην αυλή είχαμε τα σύνεργα του τρακτέρ, το παλιό πράσινο τρακτέρ που είχαμε για τις απεργίες και τις διαδηλώσεις, το λευκό Καγιέν του πατέρα, μια σκουριασμένη ταμπέλα ΕΣΠΑ, ένα παρατημένο πλυντήριο με τρύπιο κάδο και ένα μικρό τραπεζάκι όπου έβρισκες πάντα τον Θείο με το χοντρό μουστάκι να διαβάζει το Έθνος και να πίνει ελληνικό καφέ, δίπλα του η Μητέρα μου καθάριζε φασολάκια και η Ιβάνκα έβαφε τα νύχια της.