«Δεν αντέχω ούτε μία ώρα ξανά στη φυλακή» είπε σε φορτισμένο τόνο κατά την έναρξη της απολογίας του ο βασικός κατηγορούμενος για τη δολοφονία του τοπογράφου Παναγιώτη Στάθη στο Ψυχικό, τον Ιούλιο του 2024. Ο 45χρονος παρουσίασε τον εαυτό του ως θύμα μιας καλοστημένης πλεκτάνης, μίλησε για σύμπτωση γεγονότων, για ψυχολογικές πιέσεις κατά τη σύλληψή του και για σκοτεινές προθέσεις τρίτων, επιμένοντας ότι τον πραγματικό στόχο αποτελούσε γνωστός μεσίτης της Μυκόνου – κι όχι ο ίδιος.
Ο κατηγορούμενος, ο οποίος είχε στο παρελθόν εκτίσει 12,5 χρόνια φυλάκισης -«άδικα», όπως είπε – για απλή συνέργεια σε ανθρωποκτονία, ξεκίνησε την απολογία του δηλώνοντας πως «θα προτιμούσε να πεθάνει παρά να ξαναμπεί φυλακή». Απευθύνοντας συλλυπητήρια στην οικογένεια του θύματος, τόνισε πως δεν έχει καμία σχέση με το έγκλημα. «Δεν θα σκότωνα ποτέ άνθρωπο. Το πολύ πολύ να έπαιζα μπουνιές αν κάποιος πείραζε την οικογένειά μου» είπε μεταξύ άλλων.
Χαρακτήρισε την υπόθεση «στημένη» και απέδωσε όλα όσα του προσάπτονται σε μια σειρά «απίθανων συμπτώσεων». Μάλιστα επιχείρησε να αντικρούσει κάθε υπόνοια αμοιβής για δολοφονία, λέγοντας: «Δεν είναι στη φύση μου, εκτός του ότι είμαι βαθιά θρησκευόμενος, δεν θα σκότωνα έναν άνθρωπο που δεν γνώριζα, δεν είχα κίνητρο. Εγώ δεν μισθώνομαι, δεν εξαγοράζομαι!».
Ο ίδιος υποστήριξε πως δεν γνωρίζει γιατί βρέθηκε στο επίκεντρο της έρευνας, εκτιμώντας πως ο τελικός στόχος ήταν ένας γνωστός μεσίτης της Μυκόνου. Ανέφερε ότι πριν το έγκλημα είχε μεταβεί δύο φορές στο νησί μαζί με τη σύντροφό του και πως είχε συναντήσει τον μεσίτη σε επαγγελματικό πλαίσιο.
Κατά τη διάρκεια της απολογίας του ισχυρίστηκε πως όταν συνελήφθη, αστυνομικοί του άσκησαν έντονη ψυχολογική πίεση για να εμπλέξει τον μεσίτη. «Μου είπαν: Δεν μας ενδιαφέρεις εσύ, αλλά ο μεσίτης. Εσένα σε έχουμε…».
Σύμφωνα με τον κατηγορούμενο, τού προτάθηκε «συμφωνία», την οποία αρνήθηκε επειδή είναι «αντίθετο στην ηθική μου να δώσω έναν αθώο άνθρωπο για να σωθώ».
Ο κατηγορούμενος μίλησε για τη ζωή του μετά την αποφυλάκισή του, επιμένοντας πως έκοψε κάθε επαφή με τον χώρο των φυλακών, στης οποίες βρέθηκε. «Δεν είχα ποτέ επαφή με ποινικούς απ’ όταν βγήκα. Δεν ανήκω σε αυτούς, είμαι άλλης κουλτούρας». Παράλληλα αναφέρθηκε σε τσακωμούς με πρόσωπα όπως ο Στεφανάκος και ο Σκαφτούρος, ενώ συμπλήρωσε πως «ο Βλαστός με κυνηγάει να με σκοτώσει. Ζηλεύουν την εξέλιξή μου και το γεγονός ότι δεν έχω συμπορευτεί μαζί τους».
Ο 45χρονος επικαλέστηκε γνωριμίες με σημαντικά πρόσωπα, χωρίς όμως να τα κατονομάσει, μίλησε για συνεργασίες με μυστικές υπηρεσίες και εκπαίδευση του από Ισραηλινούς σε επικίνδυνη οδήγηση, αλλά αρνήθηκε να δώσει λεπτομέρειες επικαλούμενος «λόγους εθνικής ασφάλειας».
Παρέμεινε αμετακίνητος στην άποψη ότι λάμβανε μέτρα προστασίας γιατί φοβόταν για τη ζωή του. Αυτό, όπως είπε, εξηγεί τη χρήση πολλών οχημάτων και κινητών τηλεφώνων. Η πρόεδρος του Μικτού Ορκωτού Δικαστηρίου αντέτεινε: «Τι φοβόσασταν; Μυστικές υπηρεσίες, Ισραήλ έχετε κάνει, χρήματα… Γιατί κινδυνεύατε;»
Ο κατηγορούμενος τόνισε πως ουδέποτε γνώρισε τον Παναγιώτη Στάθη. «Ήταν τοπογράφος, πού να τον ξέρω;» ανέφερε και συμπλήρωσε πως ούτε ο μεσίτης τού ανέφερε ποτέ προβλήματα ή διαφωνίες με το θύμα. «Ποτέ. Μου έλεγε μόνο ότι φοβάται έναν μεγαλοεργολάβο Αλβανό στη Μύκονο».
Ο κατηγορούμενος εκτίμησε πως οι αρχές οδηγήθηκαν σε αυτόν λόγω «μιας τηλεφωνικής πληροφορίας» αμέσως μετά τη δολοφονία. Επέμεινε δε ότι «την είχαν στημένη του Στάθη», προκαλώντας την έντονη αντίδραση της χήρας του θύματος.
Αναφερόμενος στην ημέρα της δολοφονίας, ισχυρίστηκε πως νωρίς το πρωί πήρε ταξί, πήγε για προπόνηση στο ΟΑΚΑ, στη συνέχεια μετέβη στο πάρκινγκ όπου ήταν η μηχανή του και κατέληξε στο νοσοκομείο «Υγεία» για εξέταση από τον γιατρό που τον είχε χειρουργήσει.
Πρόεδρος: Γιατί δεν το αναφέρατε νωρίτερα;
Κατηγορούμενος: Δεν ήξερα τι μου γίνονταν… Ήμουν σε σοκ. Αν έψαχνα άλλοθι, θα το είχα οργανώσει.
Εισαγγελέας: Έχετε ένα σημαντικό άλλοθι και δεν διαρρηγνύετε τα ιμάτιά σας για να το αποδείξετε;
Κατηγορούμενος: Δεν είχα σωστή εκπροσώπηση. Άλλαξα δικηγόρο αμέσως.
Εισαγγελέας: Δεν χρειάζονται ιδιαίτερες περγαμηνές για να εκπροσωπήσει κάποιος έναν κατηγορούμενο για ανθρωποκτονία.
«Εδώ βρίσκομαι λόγω του παρελθόντος μου θα ήταν τρέλα να πάω να κάνω μια ανθρωποκτονία κάτω από 10 κάμερες και μετά να πάω στο πάρκινγκ της αδελφής μου…» είπε κλείνοντας την απολογία του.
























