Xαμηλότερη από την αρχική εκτίμηση ήταν τελικά η ανάπτυξη το 2024, σύμφωνα με τη 2η εκτίμηση της ΕΛΣΤΑΤ, που δόθηκε χθες στη δημοσιότητα. Διαμορφώθηκε στο 2,1%, έναντι 2,3% που είχε ανακοινωθεί στην 1η εκτίμηση, τον περασμένο Μάρτιο.
Ετσι, το ΑΕΠ ήταν 200,288 δισ. ευρώ, έναντι 201,459 δισ. ευρώ της πρώτης εκτίμησης, δηλαδή 1,171 δισ. ευρώ χαμηλότερο, σε σταθερές τιμές.
Η μείωση είναι σε μεγάλο βαθμό αποτέλεσμα της αναταξινόμησης των αποθεμάτων, ενός «γρίφου» ύψους 6,9 δισ. ευρώ που δημιουργούσε ερωτήματα το προηγούμενο διάστημα. Από τα αποθέματα αυτά, 1,6 δισ. ευρώ ταξινομήθηκε τελικά ως επενδύσεις παγίου κεφαλαίου, αυξάνοντας το ύψος τους και μειώνοντας το επενδυτικό κενό της χώρας με την Ε.Ε. Πλέον, οι επενδύσεις εκτιμώνται στο 17% του ΑΕΠ, και αυτό είναι η θετική όψη της αναθεώρησης. Ενα μέρος, 2,7 δισ. ευρώ, ταξινομήθηκε ως κατανάλωση.
Μεγαλώνει ο βαθμός δυσκολίας
Εκτός από το 2024, η ΕΛΣΤΑΤ αναθεώρησε και το ΑΕΠ του 2022 και του 2023, επίσης κατά 0,2 ποσοστιαίες μονάδες προς τα κάτω για κάθε χρονιά. Ετσι, η ανάπτυξη το 2022 εκτιμάται πλέον στο 5,5%, αντί 5,7% και του 2022 στο 2,1% αντί του 2,3%, όπως και το 2023.
Εξηγώντας στην «Κ» το περιεχόμενο της αναθεώρησης, ο επικεφαλής οικονομολόγος της Εθνικής Τράπεζας Νίκος Μαγγίνας σημείωσε τα εξής: «Η ενσωμάτωση νέων στοιχείων και δεδομένων οδήγησε την ΕΛΣΤΑΤ σε σημαντική πτωτική αναθεώρηση των εκτιμήσεων για τα αποθέματα κατά περισσότερο από 4 δισ. ευρώ κατά μέσον όρο την περίοδο 2022-24 (-6,9 δισ. το 2024), το μεγαλύτερο τμήμα της οποίας αντισταθμίστηκε μέσω αναταξινόμησης και σχετικά σημαντικής ανοδικής αναθεώρησης τόσο της ιδιωτικής αλλά και δημόσιας κατανάλωσης (με παράλληλη ανοδική αναθεώρηση και των στοιχείων για τα ονομαστικά εισοδήματα από εργασία), των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου (σε νέο πολυετές υψηλό 17% του ΑΕΠ το 2024 από 16,1% που ήταν η αρχική εκτίμηση) και μείωση των εισαγωγών κυρίως σε σταθερές τιμές. Η αναθεώρηση επιλύει σε μεγάλο βαθμό τον φαινομενικό γρίφο της υπερσυσσώρευσης αποθεμάτων την προηγούμενη διετία –με τρόπο συμβατό σε γενικές γραμμές με αναλύσεις μας για το ΑΕΠ το τελευταίο 1,5 έτος–, τα οποία πλέον αναταξινομούνται σε πιο συγκεκριμένα στοιχεία της τελικής δαπάνης».
Σχετικά με τις επιπτώσεις στον φετινό ρυθμό ανάπτυξης, ο κ. Μαγγίνας αναφέρει ότι δεν αναμένεται ουσιαστική επίδραση και η Εθνική εμμένει στην εκτίμησή της για αύξηση του ΑΕΠ κατά 2% ή λίγο υψηλότερα.
Οπως εξηγεί, εξάλλου, η ανακοίνωση της ΕΛΣΤΑΤ, η αναθεώρηση οφείλεται κυρίως στην ενσωμάτωση των στοιχείων της Ερευνας Οικογενειακών Προϋπολογισμών 2024, καθώς και των επικαιροποιημένων στοιχείων γενικής κυβέρνησης για τη δημόσια κατανάλωση, τις επιδοτήσεις και τους φόρους επί των προϊόντων.
Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, «η τελική καταναλωτική δαπάνη του έτους 2024 σε όρους όγκου παρουσίασε αύξηση κατά 1,3% σε σχέση με το έτος 2023. Οι εισαγωγές αγαθών και υπηρεσιών του έτους 2024 σε όρους όγκου παρουσίασαν αύξηση κατά 4,8% σε σχέση με το έτος 2023. Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών του έτους 2024 σε όρους όγκου παρουσίασαν αύξηση κατά 1,0% σε σχέση με το έτος 2023».