Eνα τεράστιο παγόβουνο, που δημιουργήθηκε όταν αποκολλήθηκε από την Ανταρκτική πριν από 39 χρόνια και κάποια στιγμή ήταν το μεγαλύτερο στον κόσμο, λιώνει καθώς κινείται προς πιο θερμά νερά.
Στις αρχές του έτους, το παγόβουνο, που ονομάστηκε Α23a, ζύγιζε περίπου 1 τρισεκατομμύριο τόνους και είχε έκταση περίπου 4.000 τετραγωνικών χιλιομέτρων, ήταν δηλαδή κατά 50% μεγαλύτερο από την επιφάνεια του Λουξεμβούργου. Ωστόσο, καθώς κατευθύνεται βορειότερα, σε περιοχές όχι τόσο ψυχρές όσο ο Νότιος Ωκεανός, μεγάλα τμήματά του αποκολλήθηκαν. Σήμερα φτάνει μόνο τα 1.770 τετραγωνικά χιλιόμετρα, σύμφωνε με την ανάλυση που έκανε το Γαλλικό Πρακτορείο σε δορυφορικές εικόνες που τράβηξε η ευρωπαϊκή υπηρεσία Copernicus.
«Θα έλεγα ότι πραγματικά οδεύει προς το τέλος. (…) Είναι, πολύ απλά, στη διαδικασία της αποσάθρωσης. Το νερό είναι υπερβολικά ζεστό για να… επιβιώσει. Λιώνει σταθερά», εξήγησε ο ωκεανολόγος Άντριου Μέιτζερς του Ινστιτούτου Ερευνών της Ανταρκτικής του Ηνωμένου Βασιλείου. «Αναμένω ότι αυτό θα συνεχιστεί τις επόμενες εβδομάδες και προβλέπω ότι θα γίνει αγνώριστο μέσα σε λίγες εβδομάδες», πρόσθεσε.
Το A23a αποκολλήθηκε από την Ανταρκτική το 1986 και κατέληξε στη Θάλασσα του Γουέντελ, όπου παρέμεινε σταθεροποιημένο στον βυθό του ωκεανού επί τρεις δεκαετίες.
Το 2020 ξανάρχισε την πορεία του, παρασυρόμενο, όπως και άλλα παγόβουνα, από το ισχυρό ανταρκτικό, περιπολικό ρεύμα. Προσάραξε ξανά τον Μάρτιο φέτος, σε μικρή απόσταση από τη Νότια Γεωργία, ένα βρετανικό νησί στον Νότιο Ατλαντικό, με τους επιστήμονες να φοβούνται ότι θα απειλούσε την επιβίωση των πιγκουίνων και των θαλάσσιων ελεφάντων στο νησί.
Τελικά, παρέκαμψε το νησί και ανέπτυξε ταχύτητα, ωθούμενο από ισχυρά κύματα και από τα λιγότερο κρύα νερά αυτού του ωκεανού.
Οι επιστήμονες «αιφνιδιάστηκαν» που επιβίωσε για τόσο μεγάλο διάστημα. «Τα περισσότερα παγόβουνα δεν ταξιδεύουν τόσο μακριά», είναι «καταδικασμένα» μόλις φύγουν από την προστασία του κλίματος της Ανταρτικής, εξήγησε ο Μέιτζερς.