Της Ειρήνης Παπουτσή
Από τη Δευτέρα 21 Ιουλίου τέθηκαν σε αναστολή από τη Ζ’ Κυνηγετική Ομοσπονδία Θεσσαλίας όλα τα συνεργεία δίωξης αγριόχοιρου, έως ότου πραγματοποιηθούν οι αλλαγές στα άρθρα του νόμου «Άργος» σύμφωνα με τις σχετικές διαβεβαιώσεις του αρμόδιου υπουργείου, την ώρα που πληθαίνουν οι αναφορές για μεγάλες καταστροφές στις αγροτικές καλλιέργειες εξαιτίας της αύξησης των πληθυσμών των αγριογούρουνων.
Πρόσφατη και από τις πλέον χαρακτηριστικές η περίπτωση καταστροφών σε καλλιέργειες του Δήμου Κιλελέρ, σε σημείο που ο αρμόδιος Αντιδήμαρχος Αγροτικής Ανάπτυξης του Δήμου, Σωτήρης Σωτηρίου, κάλεσε τόσο το υπουργείο Περιβάλλοντος όσο και την Αποκεντρωμένη Διοίκηση να εξετάσουν άμεσα λύσεις για την αντιμετώπιση του υπερπληθυσμού των αγριογούρουνων, σε συνεργασία με τις κυνηγετικές οργανώσεις και τους αρμόδιους φορείς.
Το φαινόμενο, όπως όλα δείχνουν, βρίσκεται σε έξαρση, ενώ οι συνεχείς επιδρομές αγριόχοιρων σε καλλιέργειες με καλαμπόκι και ρεβίθια και οι καταστροφές που καταγράφονται στην περιοχή κινητοποίησαν τα αντανακλαστικά των Αγροτικών Συλλόγων και τοπικών κοινοτήτων, που προχωρούν σε καταγραφές, ζητώντας στήριξη του εισοδήματός τους μα και συνεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους για την αντιμετώπιση του προβλήματος.
Προφανώς και η απόφαση της Ζ’ ΚΟΘ να θέσει σε αναστολή τα συνεργεία δίωξης αγριόχοιρων – σε μια μορφή πίεσης για την ικανοποίηση των αιτημάτων των κυνηγών – προβληματίζει περαιτέρω ως προς την αντιμετώπιση των επιδρομών των αγριογούρουνων, ενώ ενδεικτικό του κλίματος που επικρατεί είναι το γεγονός ότι ζήτημα προέκυψε πρόσφατα σε Κυνηγετικό Σύλλογο της Μαγνησίας, όταν, παρά την απόφαση αναστολής και κατόπιν ενεργοποίησης συνεργείου δίωξης από τη Δασική Υπηρεσία, δημιουργήθηκαν εντάσεις που οδήγησαν σε παραίτηση τον επί χρόνια πρόεδρο του συλλόγου.
Τελικά μετά από διάλογο και παρέμβαση μελών της διοίκησης της Ζ’ ΚΟΘ η παραίτηση ανακλήθηκε, ωστόσο το πρόβλημα της έξαρσης των πληθυσμών αγριόχοιρων παραμένει, ταλανίζοντας τον πρωτογενή τομέα και δημιουργώντας συνθήκες ανασφάλειας στους αγρότες, πλήττοντας ταυτόχρονα την οικονομική ζωή αγροτικών περιοχών του Ν. Λάρισας (και όχι μόνο) που πασχίζουν να σταθούν στα πόδια τους μετά το καταστροφικό πέρασμα του Daniel.