Οι Έλληνες ήταν οι πρώτοι κατασκευαστές στην Ευρώπη, ίσως και στον κόσμο, που αναγνώρισαν τα πλεονεκτήματα του θόλου. Στις ευρωπαϊκές χώρες, αλλά και στην γύρω από τη Μεσόγειο περιοχή παρατηρούνται γύρω στα 50 είδη θολωτών κτισμάτων, σύμφωνα με δημοσιεύσεις του καθηγητή Borut Juvanec.
Στην Ιταλία λέγονται trullo, hiska, caprile, στη Σαρδηνία pinettu, στη Γαλλία cabanes, cabanon, cabottes, bories, κλπ., στη Μάλτα girna, στην Παλαιστίνη mantarah, στην Αίγυπτο nawamis, στην Κροατία kazun. Πρόκειται για θολωτές αγροτικές καλύβες. Επίσης, τέτοια κτίσματα με εκφορικό θόλο υπάρχουν και σε άλλες ευρωπαϊκές χώρες, όπως στη Σκωτία, στην Ιρλανδία, στην Ισπανία, στην Κορσική, στη Σλοβενία.
Στον ελλαδικό χώρο συναντούμε θολωτές αγροτικές κατασκευές όπως τα μιτάτα ή κούμου στην Κρήτη, τους βόλτους στην περιοχή της Εγκλουβής στην Λευκάδα καθώς και σε άλλα μέρη της Ελλάδας.
Στον νομό Μαγνησίας κατασκευάστηκαν από τον 16ο έως και τον 19ο αιώνα, με σκοπό την αποθήκευση των προϊόντων που παράγονταν στην ευρύτερη περιοχή, αλλά και σε κάποιες χρονικές περιόδους για τη διαμονή και την προστασία των γεωργών και κτηνοτρόφων από τις δυσμενείς καιρικές συνθήκες.
Τέτοιες κατασκευές συναντούμε στη θέση Σουβάλα στη Μεγάλη Βελανιδιά , στο Παλιούρι, στα Μελισσάτικα, στο Στουρνάρι, στο Μάραθο, στο Κλήμα, στο Βαθύρεμα, στη Λέστιανη κλπ. Ο χρόνος κατασκευής των θόλων δεν μπορεί να προσδιοριστεί με ακρίβεια. Οι θόλοι δεν κατασκευάστηκαν την ίδια εποχή, παρουσιάζουν όμως πολλά κοινά σημεία, όπως ο βασικός τρόπος δόμησης, που για τους περισσότερους ισχύει το εκφορικό σύστημα και για κάποιους άλλους το σφηνωτό (τοποθέτηση σφήνας ενδιάμεσα στις πέτρες για στέρεα τοιχοποιία), η χρήση της θολωτής στέγασης σε σχήμα κώνου, το κτίσμα που είναι σφαιρικό ή τετράγωνο, το βασικό υλικό κατασκευής, που είναι η πέτρα, ο γεωργοκτηνοτροφικός χαρακτήρας τους και το ορεινό χαρακτηριστικό της περιοχής που χτίστηκαν.
Το Παλιούρι Μαγνησίας βρίσκεται κοντά στο Διμήνι και δυτικά του Βόλου. Ο οικισμός Παλιουρίου δημιουργήθηκε από Μακρυνιτσιώτες κτηματίες, που καλλιεργούσαν την περιοχή και έβοσκαν τα ζώα τους. Σε μέρη απάνεμα και ευήλια κατασκεύασαν τους ποιμενικούς θόλους, που αποτελούσαν το κέντρο μαντριών και που χρησίμευαν ως κατοικία των βοσκών, αλλά και ως «φρούριο» κατά των ζωοκλεπτών.
Έχουν στρογγυλή μορφή ή ελλειψοειδή, στεγάζονται με κτιστό θόλο, που είναι ορατός από το εσωτερικό του. Εξωτερικά η στέγη είναι κωνική και είναι κατασκευασμένη με σχιστολιθικές πλάκες.
Γύρω από το θόλο είναι κατασκευασμένα «πεζούλια» με σχιστολιθικές πλάκες, τα οποία οριοθετούν τα «μαντριά» ή «στάλους» ή «τσάρκους». Αυτά είχαν ακανόνιστο σχήμα, άλλοτε με τοίχους ευθείς και άλλοτε με καμπυλωτούς. Τα μαντριά είχαν στενές εισόδους, ώστε να μπορεί να εισέρχεται ή να εξέρχεται από αυτές μόνο ένα πρόβατο. Εκεί καθισμένος ο βοσκός τα κούρευε ή τα άρμεγε.
Στο βίντεο, ο αρχιτέκτονας Δημήτριος Καραγκούνης, Επίτιμος Προϊστάμενος του Τμήματος Αρχαιολογικών Έργων και Μελετών της ΕΦΑΛΑΡ σχολιάζει την σημερινή κατάσταση του μοναχικού θόλου στο Παλιούρι Μαγνησίας…
Πηγές: Χατζηκυριάκου Φωτεινή-Ηλιάνα, Θολωτές πέτρινες κατασκευές στην Ελλάδα και ειδικότερα στην περιοχή της Μαγνησίας, Ερευνητική εργασία, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, Πολυτεχνική Σχολή. Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, 2013. Επιβλέπων καθηγητής Φιλιππιτζής Δημήτρης.
Σακαβάλας Κ., Φως στους θόλους, Δήμος Αισωνίας, 2009.
Μαρία Αρακαδάκη, «Διαχρονική Προσέγγιση στην Αρχιτεκτονική του Ελληνικού Χώρου Τυπολογία – Συγκριτική Μορφολογία», Ανοιχτά Ακαδημαϊκά Μαθήματα, Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης, Τμήμα Αρχιτεκτόνων Μηχανικών, 2014.
Πάντος Α. Πάντος, Ποιμενικαί Θόλοι Εις Την Κοινότητα Παλιουρίου Βόλου, 1968.