Του Θωμά Κυριάκου
Σε κάθε κοινωνία, η σχέση με τη μνήμη του τόπου είναι βαθιά πολιτική πράξη. Δεν πρόκειται για κάτι αφηρημένο ή συναισθηματικό, αλλά για επιλογές που επηρεάζουν το πώς ζούμε, πώς κινούμαστε, τι αντιλαμβανόμαστε ως δικό μας. Στην περίπτωση της Λάρισας, αυτής της σιωπηρής και ανθεκτικής θεσσαλικής μητρόπολης, η απουσία ενός θεσμικά ορισμένου ιστορικού κέντρου δεν είναι απλώς έλλειψη οργάνωσης, είναι απώλεια συνείδησης.
Τα Ιστορικά Κέντρα αποτελούν ένα διακριτό τμήμα των πόλεων, με ξεχωριστό χαρακτήρα. Συνήθως, περιλαμβάνουν τον αρχικό πυρήνα από τον οποίο ξεκίνησε να αναπτύσσεται μια πόλη, γι’ αυτό και η μορφολογία τους παρουσιάζει έναν σαφώς πιο ενδιαφέροντα και παραδοσιακό χαρακτήρα από την υπόλοιπη πόλη (από αρχιτεκτονική και πολεοδομική άποψη). Μάλιστα, εξ αιτίας του ότι τα Ιστορικά Κέντρα αντανακλούν την ιστορική ταυτότητα μιας πόλης, αποτελούν κατ’ εξοχήν περιοχές με σημαντικό πολιτιστικό και μνημειακό απόθεμα (ιστορικά κτίρια, μνημεία, μουσεία, κλπ), ενώ επίσης, έλκουν και τις πιο κεντρικές λειτουργίες μιας πόλης (διοίκηση, εμπόριο κ.ο.κ.). Για όλους τους παραπάνω λόγους – οι οποίοι καθιστούν τα συγκεκριμένα τμήματα των πόλεων από τα πιο πολυσύχναστα τόσο από τους ίδιους τους κατοίκους της πόλης όσο και από τους επισκέπτες σε αυτή, είναι σημαντικό τα Ιστορικά Κέντρα να βρίσκονται πάντοτε στην κορυφή της ατζέντας των τοπικών αυτοδιοικήσεων, προκειμένου η ίδια η πόλη να παραμένει ανταγωνιστική και θελκτική (σε κατοίκους, επισκέπτες, αλλά και επενδυτές), επ’ ωφελεία της τοπικής οικονομικής ανάπτυξης αλλά και της κοινωνικής ευημερίας. [1]
Η Λάρισα είναι μία από τις αρχαιότερες και μάλιστα αδιαλείπτως κατοικούμενες πόλεις στον ελληνικό χώρο, όπως αναφέρει ο Δρ. Αρχαιολόγος Θεόδωρος Παλιούγκας στο νέο του βιβλίο «Συμβολές στην τοπογραφία και αρχαιολογία της Πελασγίδος Λάρισας”, αλλά, κατά την ταπεινή μου άποψη, είναι από τις ελάχιστες μεγάλες ελληνικές πόλεις, όπου το παλίμψηστο της ιστορίας παραμένει τόσο αθέατο, σχεδόν αποσπασματικό.
Από τα δύο Αρχαία Θέατρα, τα ρωμαϊκά, βυζαντινά και οθωμανικά απομεινάρια της οδού Βενιζέλου και του λόφου Ακροπόλεως, το παλιό εμπορικό κέντρο, τα ελάχιστα νεοκλασικά κτίρια, μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού, η πόλη προσπαθεί να θυμίσει τι υπήρξε — αρκεί να ξέρει κανείς πού να κοιτάξει. Όμως πόσοι ξέρουν; Πόσοι μαθαίνουν;

Εδώ και ένα χρόνο ο Δήμος Λαρισαίων υλοποιεί στο κέντρο της πόλης το έργο «Διασύνδεση αρχαιολογικών-πολιτιστικών σημείων στην πόλη της Λάρισας» [2]. Αντικείμενο του έργου είναι η ανακατασκευή διαφόρων οδών στο κέντρο της Λάρισας, ώστε να διευκολύνεται η επίσκεψη στους ανασκαμμένους και ορατούς αρχαιολογικούς χώρους, στα σωζόμενα κτιριακά κατάλοιπα των διαφόρων εποχών καθώς επίσης και σε σημεία πολιτιστικού ενδιαφέροντος, τα οποία είναι:
- Γενί Τζαμί, στην ανατολική άκρη της πλατείας Μπλάνα, στη συμβολή των οδών Αμαλίας και 31ης Αυγούστου
- Παλαιοχριστιανικά Λουτρά και Ιουστινιάνειο τείχος,επί της πλατείας Μπλάνα.
- Μπαϊρακλί Τζαμί, επί της οδού Παπαφλέσσα
- Οθωμανικό Λουτρό, επί της οδού Βενιζέλου και Φιλελλήνων
- Αρχαίο Θέατρο Α’, επί της οδού Βενιζέλου
- Ρωμαϊκή Δεξαμενή, στο εσωτερικό οικοδομικού τετραγώνου μεταξύ των οδών Ηφαίστου, Μανωλάκη και Απόλλωνος
- Αρχαίο Θέατρο Β’επί των οδών Εργατικής Πρωτομαγιάς και Ταγματάρχου Βελησαρίου
- Παλαιοχριστιανική Βασιλική Αγ. Αχιλλίου, στον λόφο Ακροπόλεως
- Παλαιοχριστιανικά Λουτρά, στον λόφο Ακροπόλεως
- Μπεζεστένι, στον λόφο Ακροπόλεως
- Βυζαντινός Ναός και Ταφές,στον λόφο Ακροπόλεως
- Αφιερωματική Στήλη, επί της οδού Δήμητρας
- Ρωμαϊκός Δρόμος και Ιουστινιάνειο προτείχισμα,επί της οδού Νίκης
- Ιουστινιάνειο τείχος στη συμβολή των οδών Αλ. Παπαναστασίου και Κύπρου
- Μουσείο πόλης (κτίριο Μουσών), επί της οδού Παλαιστίνης
- Μύλος του Παππά, επί της οδού Γεωργιάδου
Αλλά η μνήμη στην πόλη δεν είναι μόνο τα συγκεκριμένα κτιριακά κατάλοιπα των διαφόρων εποχών και τα σημεία πολιτιστικού ενδιαφέροντος ή τα τοπόσημα της [3]. Είναι και οι ρυθμοί, οι μυρωδιές, οι συνήθειες που χάνονται όταν οι χώροι που τις φιλοξενούσαν σβήνουν. Όταν ένα παραδοσιακό μαγαζί κατεδαφίζεται για να ανεγερθεί ένα ακόμη πολυώροφο κτίριο χωρίς χαρακτήρα, χάνεται ένα κομμάτι ταυτότητας. Όταν παλιές γειτονιές γεμίζουν με νέα, αδιάφορα αρχιτεκτονικά και αισθητικά κτίρια, χάνεται η συνοχή της συλλογικής εμπειρίας.
Όταν στο κέντρο της πόλης υπάρχει μόνο ένα αποκατεστημένο, διατηρητέο, νεοκλασικό κτίριο, στην οδό Μανωλάκη 11, το κτίριο Οικονόμου-Φαληρέα, ενώ άλλα κτίρια, όπως το Μέγαρο Αλεξάνδρου στην οδό Βενιζέλου, απέναντι από το Α΄Αρχαίο Θέατρο και η κατοικία Αλεξάνδρου στην οδό Παπακυριαζή [4], η οποία οδηγείται το τελευταίο διάστημα προς κατεδάφιση, περιμένουν τον χαρακτηρισμό τους, μαζί με άλλα 20 κτίρια της πόλης, σύμφωνα με φάκελο που έχει καταθέσει στο ΥΠΕΝ, από το καλοκαίρι του 2022, ο Σύλλογος Αρχιτεκτόνων Λάρισας. Μέχρι στιγμής από τον εν λόγω φάκελο έχουν χαρακτηριστεί ως διατηρητέα μόνο δύο κτίρια στην οδό 31ης Αυγούστου & Νιρβάνα, γνωστά και ως «Δίδυμα», στις 31 Ιανουαρίου 2024 (Αριθμ. ΥΠΕΝ/Δ ΝΕΠ/61420/2410). [5]


«Η ανάγκη προστασίας των ιστορικών μνημείων, κτιρίων, ιστορικών κέντρων και παραδοσιακών συνόλων καθορίζεται από την αναζήτηση της συμφιλίωσης του σύγχρονου ανθρώπου με το παρελθόν, το περιβάλλον και την ιστορία του», αναφέρουν οι Κ. Παρθενόπουλος Δρ Αρχιτέκτων Μηχανικός & η Σ. Παρθενοπούλου Μηχανικός Χωρ/ξίας, Πολ/μίας & Περιφ. Ανάπτυξης. «Τα ιστορικά κέντρα οφείλουν να ενταχθούν στην καθημερινή ζωή και να είναι αντικείμενα ελεύθερου χρόνου και διασκέδασης. Το ενδιαφέρον για τη διατήρηση, αποκατάσταση και επανάχρηση των ιστορικών κτιρίων και των παραδοσιακών πυρήνων – συνόλων δεν είναι νέο. Ακολούθησε την κίνηση για την προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς αμέσως μετά τον 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο. Τα ιστορικά σύνολα ανακηρύσσονται για πρώτη φορά ως αντικείμενα ειδικής φροντίδας με τη Χάρτα της Βενετίας (1964). Με τη Διακήρυξη του Άμστερνταμ (1975) αναγνωρίζεται και η φροντίδα για τις συνοικίες των πόλεων, τους οικισμούς, τα συγκροτήματα που παρουσιάζουν πολιτιστικό ενδιαφέρον κ.ά. Έτσι η αρχιτεκτονική κληρονομιά, ο πολιτισμός, η παράδοση και η ιστορικότητα της πόλης γίνονται μείζονες αντικειμενικοί στόχοι του αστικού σχεδιασμού στο πλαίσιο του γενικότερου στρατηγικού σχεδιασμού του χώρου». [6]

Η οριοθέτηση ενός Ιστορικού Κέντρου, με σεβασμό στην πολεοδομική, αρχαιολογική και κοινωνική αξία κάθε περιοχής, δεν είναι πολυτέλεια. Είναι εργαλείο επιβίωσης της αστικής μας μνήμης. Πρόκειται για μια πράξη προστασίας αλλά και ανάδειξης — όχι μόνο για λόγους τουριστικούς ή αναπτυξιακούς, αλλά για να υπάρξει μια πόλη που διδάσκει στους κατοίκους της από πού προέρχονται. Σε αντίθεση με ό,τι πιστεύεται, το Ιστορικό Κέντρο δεν είναι μια “εικόνα” παρελθόντος. Είναι ένας ζωντανός, λειτουργικός χώρος, όπου η καθημερινότητα και η ιστορικότητα αλληλεπιδρούν. Εκεί χτίζεται η σχέση του πολίτη με την πόλη του, εκεί συντελείται η ένταξή του στη συλλογική μνήμη. Είναι το πεδίο όπου γενιές μπορούν να συναντηθούν, όχι μόνο χρονικά αλλά και βιωματικά. Δεν είναι νοσταλγία και ρομαντισμός, είναι διατήρηση της ιστορικής συνέχειας μιας πόλης.
Αρκεί να περπατήσει κανείς στους δύο μεγάλους, κεντρικούς δρόμους της πόλης μας, στη Βενιζέλου [7], στην Κύπρου [8], όπως και στις συνδετήριες αυτών οδούς, στην Απόλλωνος, στην Παπαναστασίου, την Πανός, την Ερμού, την Ανδρούτσου και την Ολύμπου για να ανακαλύψει σπαράγματα του παρελθόντος, κυρίως κτίρια και λιγοστές επιχειρήσεις που βρίσκονται στην ίδια θέση πάνω από έναν αιώνα.
Οραματίζομαι μια Λάρισα που θα περπατιέται και θα αφηγείται. Που ο περίπατος στην οδό Βενιζέλου και στον Άγιο Αχίλλιο [9] θα οδηγεί, χωρίς εξηγήσεις, στην κατανόηση του παρελθόντος της. Που τα κτήρια δεν θα στέκουν απλώς ως όγκοι, αλλά ως μάρτυρες εποχών. Που οι δημόσιοι χώροι δεν θα είναι απλά πρακτικοί, αλλά συμβολικοί. Το ζητούμενο δεν είναι να φτιάξουμε ένα “γραφικό” κέντρο, αλλά ένα ουσιαστικό — ένα που θα σέβεται τις στρώσεις της ιστορίας, που δεν θα εξισώνει το παλιό με το παρωχημένο.

Το ιστορικό κέντρο μπορεί να γίνει πεδίο πολιτισμού, εκπαίδευσης, βιώσιμης ανάπτυξης, κοινής εμπειρίας. Μπορεί να ξαναδώσει στον πολίτη εκείνο το αίσθημα ότι “ανήκει κάπου”. Οι καιροί επιτάσσουν πράξεις με βάθος και όχι μόνο με ταχύτητα. Κι αν κάτι χρειάζεται η Λάρισα σήμερα, πέρα από υποδομές, κατεδαφίσεις και αναπλάσεις, είναι ένα σταθερό σημείο αναφοράς. Ένα κέντρο που θα αγκαλιάζει το παρελθόν χωρίς να το εγκλωβίζει. Ένα πλαίσιο για να μπορέσει η μνήμη να κατοικεί. Γιατί στο τέλος, οι πόλεις δεν κρίνονται μόνο από τους δρόμους που φτιάχνουν και τις πλατείες που ανακατασκευάζουν — αλλά από εκείνους που θυμούνται.

Σε μια πόλη, όπως η Λάρισα, όπου η ιστορία επιμένει να εμφανίζεται αποσπασματικά, η ανάγκη θεσμικής οριοθέτησης ενός Ιστορικού Κέντρου δεν είναι πολυτέλεια, αλλά πράξη ευθύνης. Γιατί χωρίς μνήμη, ο αστικός ιστός χάνει την ψυχή του. Ήδη η κεντρική πλατεία και τα κτίρια που την περικλείουν δεν θυμίζουν σε τίποτα την εικόνα της με τα νεοκλασικά της, που κυριαρχούσαν πριν το ’40. Δυστυχώς ο σεισμός της 1ης Μαρτίου 1941 και οι αλλεπάλληλοι βομβαρδισμοί αρχικά των Ιταλών, από την επόμενη μέρα, χωρίς η πόλη να προλάβει να συνέλθει από το χτύπημα του εγκέλαδου και των Γερμανών στη συνέχεια μέχρι την είσοδο τους στην πόλη στις 19 Απριλίου 1941, καθόρισαν σε μεγάλο βαθμό τη σημερινή της εικόνα.

Μέχρι σήμερα έχει οριοθετηθεί από το Υπουργείο Πολιτισμού μόνο ο Αρχαιολογικός χώρος της πόλης, ένας αρκετά διευρυμένος τομέας, για την προστασία των Αρχαιοτήτων και εν γένει της Πολιτιστικής κληρονομιάς [10]. Μάλιστα ονομάζει ως Ιστορικό κέντρο της πόλης το τμήμα που περικλείεται από τις οδούς Λαγού − Ηρώων Πολυτεχνείου – Αεροδρομίου − Γεωργιάδου – Καλλιθέας. Ένα αρκετά μεγάλο μέρος της Λάρισας.
Την ίδια χρονιά, το 2008, ο Δήμος Λαρισαίων βραβεύτηκε σε Πανελλήνιο διαγωνισμό Πολεοδομίας – Χωροταξίας που διενήργησε ο Σύλλογος Ελλήνων Πολεοδόμων – Χωροτακτών (ΣΕΠΟΧ) με σκοπό να αναδειχθούν οι καλές πλευρές του σχεδιασμού στις ελληνικές πόλεις και περιοχές και να προβληθούν με κάθε τρόπο οι φορείς της Τοπικής Αυτοδιοίκησης καθώς και οι αντίστοιχοι μελετητές – πολεοδόμοι και χωροτάκτες που δημιουργούν ένα καλύτερο χώρο ζωής για το παρόν και το μέλλον. Η απονομή των βραβείων έγινε στις 19 Δεκεμβρίου 2008 στην κατάμεστη αίθουσα διαλέξεων του Μουσείου Μπενάκη, στην Αθήνα. Ο διαγωνισμός αφορούσε τόσο τη Χωροταξία όσο και την Πολεοδομία. Το βραβείο στην πρώτη κατηγορία απέσπασε ο Δήμος Αγρινίου για τη μελέτη «Νέο Γ.Π.Σ. Δήμου Αγρινίου» και στη δεύτερη κατηγορία ο Δήμος Λάρισας για τη μελέτη «Αναβάθμιση Ιστορικού Κέντρου Λάρισας». Συμμετείχαν 17 δήμοι με 20 μελέτες
Η βραβευθείσα μελέτη μελέτη του Δήμου Λαρισαίων αφορούσε την Αναβάθμιση του ιστορικού κέντρου της Λάρισας. Ιδιαίτερη έμφαση δόθηκε από το Δήμο στην ανάδειξη της περιοχής του ευρύτερου ιστορικού κέντρου που αποτέλεσε τον πυρήνα εξάπλωσης της πόλης ήδη από τα αρχαία χρόνια. Στην περιοχή αυτή αποτυπώνονται στοιχεία από τη μακρόχρονη διαδρομή της που συνθέτουν το σύνολο των εμπορικών, διοικητικών, πολιτιστικών και ψυχαγωγικών δραστηριοτήτων. [11]
Κατά την ταπεινή μου άποψη, συμπληρώνοντας τη διατύπωση της μελέτης του 2008 του Δήμου Λαρισαίων και με βάση τα αρχαιολογικά και ιστορικά κριτήρια, το Ιστορικό Κέντρο μπορεί να οριστεί η περιοχή που περικλείεται από τις οδούς: Κύπρου – Ολύμπου – Γεωργιάδου – Τσόγκα (Καλλιθέας) – Ταγματάρχου Βελισσαρίου – Κύπρου.
Η θεσμοθέτηση του ιστορικού κέντρου της Λάρισας – δηλαδή ο ρητός και νομικός καθορισμός των ορίων του και του καθεστώτος προστασίας του – είναι επιτακτικά αναγκαία για πολλούς λόγους, που σχετίζονται με την ιστορία, τον πολιτισμό, τον αστικό σχεδιασμό και την ποιότητα ζωής στην πόλη:
- Προστασία της πολιτιστικής κληρονομιάς. Η Λάρισα διαθέτει: το Α’ Αρχαίο Θέατρο, τον λόφο Ακροπόλεως (συνεχής κατοίκηση από αρχαιότητα μέχρι σήμερα), βυζαντινά και οθωμανικά κατάλοιπα. Χωρίς θεσμική θωράκιση, αυτά τα στοιχεία κινδυνεύουν από αυθαίρετη δόμηση, εμπορική πίεση και αλλοίωση.
- Ολοκληρωμένος πολεοδομικός σχεδιασμός. Η θεσμοθέτηση επιτρέπει: ειδικούς όρους δόμησης (ύψη, όψεις, υλικά), ρυθμίσεις για πεζοδρομήσεις, δημόσιους χώρους και ήπια κυκλοφορία, ενίσχυση της κατοικίας αντί της μονοδιάστατης εμπορικής χρήσης.
- Νομική σαφήνεια και σταθερότητα. Χωρίς θεσμοθέτηση, υπάρχει αβεβαιότητα για επενδυτές, κατοίκους και ιδιοκτήτες, δυσκολία στις εγκρίσεις οικοδομικών εργασιών ή παρεμβάσεων από την Εφορεία Αρχαιοτήτων ή την Πολεοδομία.
- Ανάδειξη της ταυτότητας της πόλης. Ένα επίσημα καθορισμένο ιστορικό κέντρο αναδεικνύει τον χαρακτήρα και την ιδιαιτερότητα της Λάρισας, συμβάλλει στην τουριστική προβολή της πόλης, δημιουργεί μια συνεκτική αφήγηση του παρελθόντος και του παρόντος στον αστικό χώρο.
- Προστασία από “τουριστικοποίηση” ή άναρχη εμπορευματοποίηση. Όταν μια ιστορική περιοχή δεν προστατεύεται θεσμικά κινδυνεύει να αλλοιωθεί η αυθεντικότητά της από βραχυχρόνιες μισθώσεις ή υπερσυγκέντρωση καφέ/μπαρ, χάνεται η ιστορική συνέχεια και η ζωντανή κατοίκηση.
Η θεσμοθέτηση δεν είναι μόνο μια τυπική διοικητική πράξη. Είναι εργαλείο αστικής πολιτικής, πολιτιστικής αυτογνωσίας και βιώσιμης ανάπτυξης. Για μια πόλη όπως η Λάρισα, με τόσο βαθιά ιστορικά στρώματα, αποτελεί προϋπόθεση για τη διαχείριση του παρελθόντος και τη διαμόρφωση ενός ισορροπημένου μέλλοντος.
Η Λάρισα δεν μπορεί να σχεδιάσει το μέλλον της εάν δεν σεβαστεί και προστατεύσει το παρελθόν της. Ένα θεσμοθετημένο ιστορικό κέντρο θα αποτελέσει όχι μόνο πράξη ευθύνης, αλλά και ευκαιρία για μια πόλη πιο βιώσιμη, πολιτισμικά συνεκτική και κοινωνικά ποιοτική. Για να μην γίνει η Λάρισα μια πόλη χωρίς μνήμη.
Το οδοιπορικό μας στην παλιά Λάρισα συνεχίζεται…
Θωμάς Ζ. Κυριάκος, thomask.larissa@gmail.com , Πολ. Μηχανικός Τ.Ε.
[1] «Εγκαταλελειμμένα Κτίρια στο Ιστορικό Κέντρο της Λάρισας: απογραφή και κατευθύνσεις βιώσιμης αποκατάστασης και διαχείρισης», Κατσαβού Σ., Μπουραζά Χρ., Ξάνθου Αγ., Στυλιανάκης Δ., Τζιουβάρας Χρ., Παπαγεωργίου Μ.
[2] «Λάρισα: Ξεκινούν τα έργα για τη διασύνδεση 16 μνημείων και πολιτιστικών σημείων της πόλης», δημοσιεύθηκε στην ιστοσελίδα της Κ.Ε.Δ.Ε. στις 31 Μαΐου 2024.
[3] «Νοσταλγώντας την παλιά Λάρισα: Λάρισα και τοπόσημα», του Θωμά Κυριάκου, δημοσιεύθηκε στη Larissapress στις 21 Φεβρουαρίου 2021
[4] «Οικία Αλεξάνδρου: Το υπέροχο σπίτι στο κέντρο της Λάρισας “αποχαιρετά” έναν σπουδαίο Λαρισαίο», του Λευτέρη Παπαστεργίου, δημοσιεύθηκε στη Larissapress στις 19 Αυγούστου 2023
[5] «ΝΟΣΤΑΛΓΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ – Η βαρυχειμωνιά των “διδύμων”», του Θωμά Κυριάκου, δημοσιεύθηκε στη Larissapress στις 20 Δεκεμβρίου 2020
[6] «Μέθοδοι Προσδιορισμού – Οριοθέτησης, Ανάδειξης και Αξιοποίησης των Ιστορικών Κέντρων των Πόλεων» Κ. ΠΑΡΘΕΝΟΠΟΥΛΟΣ Δρ Αρχιτέκτων Μηχανικός, Πολεοδόμος, Αρχαιολόγος, Οικονομολόγος – Manager & Σ. ΠΑΡΘΕΝΟΠΟΥΛΟΥ Μηχανικός Χωροταξίας, Πολεοδομίας & Περιφερειακής Ανάπτυξης, ΜΔΕ «Προστασία Περιβάλλοντος και Βιώσιμη Ανάπτυξη», δημοσιεύθηκε στα Τεχνικά Χρονικά Επιστημονική Έκδοση ΤΕΕ, τεύχος 3 2010
[7] ΝΟΣΤΑΛΓΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ” – Η οδός Κύπρου , από την περιοχή Σιάουλο & τη Δημοτική Αγορά, έως την παλιά Εβραϊκή συνοικία» (Μέρος Α-Β- Γ), του Θωμά Κυριάκου, δημοσιεύθηκαν στη Larissapress, στις 10, 12 & 14 Μαΐου 2020
[8] ΝΟΣΤΑΛΓΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ” – Οδός Βενιζέλου από το Τσούγκαρι μέχρι το Γενί Τζαμί», του Θωμά Κυριάκου, δημοσιεύθηκαν στη Larissapress, στις 26 Απριλίου 2020
[9] «Νοσταλγώντας την παλιά Λάρισα – Λόφος Ακροπόλεως», του Θωμά Κυριάκου, δημοσιεύθηκε στη Larissapress, στις 12 Απριλίου 2020
[10] Υπουργείο Πολιτισμού υπ’ αρ. πρωτ. ΥΠΠΟ/ΓΔΑΠΚ/ΑΡΧ/Α1/Φ15/17000/763/21-04-2008 απόφαση (ΦΕΚ 162/ΑΑΠ/2008).
[11] Τεχνογράφημα, τεύχος 371, 15ημερη εφημερίδα του ΤΕΕ/ΤΚΜ, 15 Μαρτίου 2009.