Βιομηχανία, υπηρεσίες και κατασκευές είναι οι κλάδοι που κατέγραψαν τις μεγαλύτερες αυξήσεις στους μισθούς, οι οποίοι κατά τ’ άλλα, σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat, σημείωσαν στη χώρα μας αύξηση κατά μέσο όρο 5,7% το α’ τρίμηνο του τρέχοντος έτους, πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο, που ήταν 3,4% για την Ευρωζώνη και 4,1% για την ΕΕ.
Η σύγκριση με την Ευρώπη
Οι επιδόσεις, αν συγκριθούν με τις υπόλοιπες χώρες της Ευρώπης, κατατάσσουν την Ελλάδα στην ίδια κατηγορία με την Ολλανδία (5,6%), τη Σλοβακία (5,4%) και την Ιρλανδία (5,1%).
Υψηλότερες αυξήσεις κατέγραψε η Φινλανδία (6,7%), η Εσθονία (7,9%), η Τσεχία (8,1%) και η Λιθουανία (9,2%). Αυξήσεις άνω του 10% καταγράφηκαν στην Ουγγαρία (10,2%), στη Βουλγαρία (13%) και στη Ρουμανία (16,1%).
Στον αντίποδα, περιορισμένες αυξήσεις προέκυψαν σε μεγάλες χώρες της Δυτικής Ευρώπης, όπως είναι η Γαλλία (1,9%), η Γερμανία (2,8%), το Λουξεμβούργο (3,4%) και η Ιταλία (3,9%).
Οι αυξήσεις ανά κλάδο
Αναφορικά με τους τομείς της οικονομίας, η βιομηχανία έδωσε τις υψηλότερες αυξήσεις στην Ελλάδα, 9,1%, όταν ο μέσος όρος του συγκεκριμένου κλάδου στην Ευρωζώνη υπολογίστηκε μόλις στο 2,5% κατά το α’ τρίμηνο. Ακολουθούν οι υπηρεσίες, με αυξήσεις 8%, όταν ο μέσος όρος της Ευρωζώνης είναι 4,3%. Στις κατασκευές, οι αυξήσεις στην Ελλάδα ήταν μόλις 4,5%, ακριβώς όσο και στην Ευρωζώνη (4,4%), άρα δεν συνέδραμαν καθοριστικά στο να προκύψει το θετικό πρόσημο του 5,7% και η διαφορά με την υπόλοιπη Ευρώπη.
Ο νέος κατώτατος
Βέβαια, πρέπει να επισημανθεί πως το συγκεκριμένο ποσοστό αύξησης δεν έχει ενσωματώσει τον νέο, υψηλότερο κατώτατο μισθό, που τέθηκε σε ισχύ από την 1η Απριλίου του τρέχοντος έτους. Υπενθυμίζεται ότι η αύξηση στις βασικές αποδοχές για τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, και για πρώτη φορά και στο δημόσιο, ήταν 6% και έτσι ο κατώτατος μισθός ανήλθε στα 880 ευρώ μικτά, από 830 ευρώ που ήταν.
Συγκρατημένη ανάκαμψη
Τα στοιχεία που έχει συγκεντρώσει η Eurostat δείχνουν μικρή ανάκαμψη των μισθών στη χώρα, η οποία είναι μεν ικανοποιητική καθώς είναι υψηλότερη από το μέσο όρο της Ευρωζώνης, αλλά δεν είναι αρκετή ώστε να «κλείσει η ψαλίδα» με τις πλέον προηγμένες χώρες της Δυτικής και Βόρειας Ευρώπης.