Της Εύας Καλογήρου
Τα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας φαίνεται να αυξάνονται, ενώ παράλληλα αυξάνεται και η δημοσιοποίησή τους. Τα ειδησεογραφικά sites, τα τηλεοπτικά κανάλια, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και οι δημόσιες ή ιδιωτικές συζητήσεις κατακλύζονται από επώδυνες και φρικιαστικές ιστορίες, αφήνοντας μια έντονη αίσθηση κοινωνικής απορρύθμισης και αποσύνθεσης.
Ο ψυχοθεραπευτής Γεώργιος Γιαννούσης μας καλεί να σκεφτούμε λίγο βαθύτερα και να αναρωτηθούμε, μήπως, στην ανάγκη μας να φωτίσουμε το σκοτάδι, ξεχάσαμε να τιμήσουμε το φως;
Πως σχολιάζετε τα πρόσφατα περιστατικά ενδοοικογενειακής βίας που είδαν το φως της δημοσιότητας;
Το πρώτο συναίσθημα είναι οργή και θλίψη. Όταν ακούς για κακοποιημένα παιδιά, όταν διαβάζεις για τη βία μέσα στην οικογένεια, τον κατεξοχήν χώρο ασφάλειας, φροντίδας και αγάπης, δεν μπορείς να μην ταραχτείς βαθιά. Είναι αναγκαίο αυτά τα περιστατικά να αποκαλύπτονται, να δημοσιοποιούνται και να καταγγέλλονται. Είναι αναγκαίο, επίσης, να παρεμβαίνει η πολιτεία με τα θεσμικά της όργανα, τις δομές προστασίας και τη δικαιοσύνη. Ωστόσο, αυτό που με προβληματίζει είναι ο τρόπος που αναπαράγονται οι «κακές» ειδήσεις στον δημόσιο διάλογο, ο οποίος μοιάζει με εμμονική επανάληψη.
Δηλαδή πιστεύετε πως η υπερέκθεση βλάπτει;
Θεωρώ πως ναι, όχι επειδή πρέπει να αποσιωπηθεί το φαινόμενο, κάθε άλλο. Αλλά επειδή, όταν μια κοινωνία βομβαρδίζεται διαρκώς από εικόνες καταστροφής και βίας, κινδυνεύει να τις συνηθίσει. Το κακό γίνεται καθημερινότητα, μετατρέπεται σε θέαμα και γίνεται ένα είδος προς κατανάλωση. Ο καθημερινός βομβαρδισμός και η στείρα αναπαραγωγή μπορεί να γεννήσουν φόβο, απάθεια, κυνισμό κι ένα αίσθημα αδυναμίας και ματαίωσης. Όταν κυριαρχεί η ματαίωση αρχίζει να χάνεται η πίστη ότι μπορεί να αλλάξουν τα πράγματα κι ότι υπάρχει και κάτι άλλο καλύτερο. Επίσης η υπερ-έκθεση του «κακού» δεν αφήνει χώρο για την προβολή των καθημερινών πράξεων φροντίδας, αντίστασης, αξιοπρέπειας. Μοιάζει αυτές να μην τις βλέπουμε σχεδόν ποτέ.
Πιστεύετε πως η πλευρά του καλού μένει στην αφάνεια;
Ακριβώς, την ίδια στιγμή που μια μητέρα κακοποιεί τα παιδιά της -και ναι, πρέπει να επέμβουμε- υπάρχουν χιλιάδες άλλες μητέρες που ταΐζουν, ξενυχτούν, πασχίζουν, αγωνιούν να μεγαλώσουν τα παιδιά τους με όση αγάπη και δύναμη διαθέτουν. Που είναι αυτές οι ιστορίες στον δημόσιο λόγο; Πώς αναγνωρίζεται ο κόπος, η ανιδιοτέλεια, η πράξη που δεν έγινε είδηση αλλά πλημμυρίζει από ανθρωπιά; Αυτές οι πράξεις, όσο κι αν δεν «πουλάνε», είναι η ουσία της κοινωνικής συνοχής. Δεν έχουμε δικαίωμα να τις αγνοούμε. Δεν έχουμε δικαίωμα να τις θεωρούμε αυτονόητες και να τις αφήνουμε στην αφάνεια.
Πως εξηγείτε αυτή την κοινωνική εμμονή με το «κακό»;
Είναι ανθρώπινο, από την αρχαιότητα οι άνθρωποι καθηλώνονται από το τραγικό, από την πτώση, από το ακραίο. Οι τραγωδίες μας προκαλούν τρόμο αλλά και δημιουργούν τις συνθήκες μιας εσωτερικής κάθαρσης. Μόνο που σήμερα, στα μέσα μαζικής ενημέρωσης και στα κοινωνικά δίκτυα, δεν υπάρχει πια κάθαρση, μόνο αναπαραγωγή του φόβου και μια τρομολαγνεία που οδηγούν στην ψυχική εξάντληση. Υπάρχει μόνο το κακό που επαναλαμβάνεται χωρίς όρια και τελικά μας παγιδεύει. Γινόμαστε μάρτυρες του κακού και ταυτόχρονα ανήμποροι να παρέμβουμε, κάτι που είναι επικίνδυνο, καθώς μας καθηλώνει στη θέση του θεατή.
Ωστόσο γνωρίζουμε πως αυτή η συνθήκη της διαρκούς αναπαραγωγής της βίας δεν είναι τυχαία, λειτουργεί ως μέσο χειραγώγησης των ανθρώπινων συνειδήσεων, δεδομένου πως ο διαρκής φόβος δημιουργεί παθητικές προσωπικότητες και συμπεριφορές.
Ποια θα μπορούσε να είναι η απάντηση σε αυτό;
Πιστεύω πως χρειάζεται μια αλλαγή πολιτισμικού παραδείγματος. Να αρχίσουμε να αναδεικνύουμε στο δημόσιο λόγο το καλό, όχι με ανούσιες ιστορίες, αλλά με ουσιαστικά παραδείγματα καθημερινών ανθρώπων που κρατούν ζωντανό τον κοινωνικό ιστό. Ανθρώπων που αντιστέκονται στην αδιαφορία, στη βία, στον ατομισμό. Χρειαζόμαστε χώρο στο δημόσιο βήμα για την ανάδειξη του ήθους, των αξιών, της φροντίδας, όχι ως φυσικά ως επίδειξη του καλού, αλλά ως μια πολιτική πράξη, μια πράξη συλλογικότητας, ανθρωπιάς και αλληλεγγύης.
Πείτε μας μια τελευταία σκέψη σας σαν ένα μήνυμα προς τους αναγνώστες μας;
Το κακό υπάρχει και πρέπει να το κοιτάμε κατάματα, αλλά χωρίς να ξεχνάμε να κοιτάμε προς το φως. Μια κοινωνία δεν ορίζεται μόνο από το τι καταγγέλλει, αλλά και από το τι αναγνωρίζει, τι τιμά και τι προστατεύει. Αν αφήσουμε το καλό στη σιωπή, ίσως σιγά σιγά να ξεχάσουμε πως μοιάζει. Αν ο μόνος καθρέπτης του εαυτού μας είναι το κακό τότε ίσως αρχίσουμε και του μοιάζουμε.
Θα κλείσω με τους στίχους του Διονύση Τσακνή (Mass Media)
Καλημέρα λοιπόν ακροατή κι ακροάτρια
είμ’ ο άλλος σταθμός μια φωνή με επάρκεια
δεν υπάρχω στην τύχη μα σου μοιάζω εγώ
σου χαιδεύω τ’ αυτιά κι είμαι πάντα εδώ.
Καλημέρα λοιπόν αναγνώστη μυστήριε
έχω νέα σκληρά στις σελίδες μου κύριε
φονικά και ληστείες και προφίλ συγγενών
είμαι θύτης και θύμα των δικών σου καημών.
Καλημέρα ξανά με κραυγές κι αποκόμματα
κι άμα είσαι καλός θα σου δείξω και πτώματα
να έχεις γνώμη για όλα θα ρωτάμε εμείς
ετοιμάζουμε γκάλοπ στον αέρα θα βγεις.
Καλησπέρα λοιπόν θεατή αθεράπευτε
μ’ ένα ζάπινγκ τρελό σε βουρλίζω βρε άθλιε
δίνω χρώμα και λάμψη στη φτωχή σου ζωή
καληνύχτα κοιμήσου ραντεβού το πρωί.
Γεια χαρά σου λοιπόν Ελληνάκι μου αδιάφορο
μ’ ένα φάλτσο ρεφρέν θα ξυπνήσεις και αύριο
μ’ ένα έρωτα άδειο με πυξίδα στραβή
σε παγίδα στημένη στη γνωστή συνταγή.