Να καλύψει το χαμένο έδαφος για τον ελληνικό σιδηρόδρομο, που δύο χρόνια και τρεις μήνες από το δυστύχημα των Τεμπών βρίσκεται σε τεντωμένο σχοινί, επιδιώκει η κυβέρνηση.
Το στοίχημα των έργων της τάξεως των 1,6-1,8 δισ. ευρώ που θα αναβαθμίσουν τη ραχοκοκαλιά του ελληνικού δικτύου, με ορίζοντα ως το 2030, περνά στην task force του Υπερταμείου για τις συμβάσεις στρατηγικής σημασίας.
Εντός του επόμενου δεκαημέρου, με την κλεψύδρα των χρηματοδοτήσεων να μετρά ήδη αντίστροφα, μια σειρά διαγωνισμών θα περάσουν στο PPF, προκειμένου να πατήσει γκάζι στην ωρίμανση.
Στο αυτό το πακέτο εντάσσονται σημαντικές αναβαθμίσεις του δικτύου για τις οποίες έχουν εξασφαλιστεί 490,88 εκατ. ευρώ από το CEF II, η σιδηροδρομική σύνδεση του λιμένος Βόλου με το αεροδρόμιο της Αγχιάλου και τη ΒΙ.ΠΕ., έργα σηματοδότησης και ETCS σε σημεία του δικτύου που παραμένουν τυφλά, αλλά και οι διαγωνισμοί συντήρησης.
Από τον ΟΣΕ, στο υπουργείο και τώρα στο PPF
Μετά τις μεγάλες καταστροφές στο δίκτυο της Θεσσαλίας λόγω Daniel, ξεκίνησε ένα σήριαλ για το ποιος θα αναλάμβανε να «τρέξει» τους διαγωνισμούς οριστικής αποκατάστασης, θέτοντας σε αμφισβήτηση τη δυνατότητα των υπό ενοποίηση ΟΣΕ και ΕΡΓΟΣΕ να προχωρήσουν τα απαραίτητα έργα. Επιφυλάξεις είχε εκφράσει και η Ευρώπη για τη χρηματοδότηση των δύο φορέων μετά το δυστύχημα των Τεμπών.
Το υπουργείο Υποδομών και Μεταφορών πήρε λοιπόν στην ομπρέλα του τις τέσσερις εργολαβίες για τις σιδηροδρομικές υποδομές που υπέστησαν ζημιές σε μήκος 180 χλμ., συνολικού ύψους 450,12 εκατ. ευρώ, κάνοντας στην άκρη τον ΟΣΕ.
Οι καθυστερήσεις όμως συνεχίστηκαν. Παρότι τα τεύχη των διαγωνισμών ήταν έτοιμα από την άνοιξη του 2024 από τις αρμόδιες υπηρεσίες του ΟΣΕ, οι προσκλήσεις στους μεγάλους ομίλους εστάλησαν τον περασμένο Δεκέμβριο, για να φτάσουμε στις υπογραφές μόλις στις 28 Απριλίου 2025.
Χρειάστηκαν δηλαδή δεκαεννιά μήνες από την καταστροφή κι ενώ είχαν εξαρχής θεσμοθετηθεί fast-track διαδικασίες. Από εδώ και μπρος, βεβαίως, με τον ορίζοντα για την ολοκλήρωση των έργων να έχει τεθεί στους 15 μήνες, ώστε να εκπληρωθεί και η δέσμευση του ίδιου του Πρωθυπουργού για έναν ασφαλή σιδηροδρομικό άξονα Αθήνας – Θεσσαλονίκης ως το 2027, το υπουργείο θα πρέπει να αποδείξει ότι μπορεί και να επιβλέψει αντίστοιχα τα έργα, που έχουν υψηλές τεχνικές απαιτήσεις.
Η σκυτάλη στο Υπερταμείο
Με τον χρόνο να μην είναι σύμμαχος, η κυβέρνηση βγάζει μπροστά την ειδική μονάδα ωρίμανσης συμβάσεων στρατηγικής σημασίας. Υπό τον αναπληρωτή διευθύνοντα σύμβουλο του Υπερταμείου Παναγιώτη Σταμπουλίδη, θα αναλάβει να βγάλει για ακόμα μία φορά το φίδι από την τρύπα, ώστε να μην χαθούν ευρωπαϊκοί πόροι. Δεν είναι όμως αυτό το μόνο στοίχημα, μετά και την ανακοινωθείσα συμφωνία με τους Ιταλούς της Ferrovie dello Stato Italiane, μητρικής της Hellenic Train, για επενδύσεις 360 εκατ. ευρώ σε καινούργια τρένα.
Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, θα δεσμευτεί στην αναθεωρημένη σύμβαση των άγονων γραμμών για τα χρονοδιαγράμματα υλοποίησης των επενδύσεων στο ελληνικό δίκτυο. Ως τη συνεδρίαση της αρμόδιας Κυβερνητικής Επιτροπής, που αναμένεται μες το επόμενο δεκαήμερο, μένει να κλειδώσει ποιος θα έχει την επίβλεψη των έργων.
Σημαντική παρουσία στην πορεία αναμένεται να παίξει και το PPF, αφού σε επικείμενες νομοθετικές ρυθμίσεις πιθανώς υπάρξει πρόνοια για την ενίσχυση του ρόλου του και στην εποπτεία εκτέλεσης των συμβάσεων τις οποίες ωριμάζει.
Επικρατέστερος, πάντως, στην περίπτωση του σιδηροδρόμου είναι ο «νέος ΟΣΕ», δηλαδή η ενιαία εταιρεία «Σιδηρόδρομοι Ελλάδος Α.Ε.», που θα ενώσει ΟΣΕ, ΕΡΓΟΣΕ και το τροχαίο υλικό της ΓΑΙΑΟΣΕ, η οποία όμως δεν θα είναι έτοιμη πριν το τέλος του έτους.
Όσο για το νομοσχέδιο που παρουσιάστηκε στα τέλη Απριλίου από τον αναπληρωτή υπουργό Μεταφορών, Κωνσταντίνο Κυρανάκη, για την ασφάλεια του σιδηροδρόμου δεν έχει βγει ακόμα σε διαβούλευση, καθώς οριστικοποιούνται ακόμα διατάξεις. Υπενθυμίζεται πως αυτό εκτός από κρίσιμα ζητήματα σχετικά με το προσωπικό, ρυθμίζει και θέματα προμηθειών και συμβάσεων.
Προκειμένου λοιπόν να μην «κολλήσουν» ξανά στις συνήθεις παθογένειες τα απαραίτητα έργα για τον εκσυγχρονισμό και την ασφάλεια του δικτύου, η σκυτάλη της ωρίμανσης και προκήρυξης των έργων περνά στο Υπερταμείο.