Νέα νομοθετική ρύθμιση που θα αποσαφηνίζει με ακρίβεια τους κανόνες βάση των οποίων θα παρέχεται η δυνατότητα παγώματος του ΑΦΜ ή απενεργοποίησης του, θα φέρει το προσεχές διάστημα το οικονομικό επιτελείο.
Ο λόγος έγκειται στην απόφαση της ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας το οποίο έκρινε αντισυνταγματικές τις υφιστάμενες διατάξεις, κυρίως της δυνατότητας του Διοικητή της ΑΑΔΕ να παγώνει ή να απενεργοποιεί τον Αριθμό φορολογικού Μητρώου επισημαίνοντας ότι «είναι αντίθετη με το Σύνταγμα καθώς «συνιστά βαθιά επέμβαση στην οικονομική ζωή του φορολογούμενου, φυσικού ή νομικού προσώπου, η οποία κατ’ ουσίαν ισοδυναμεί με απαγόρευση άσκησης της οικονομικής δραστηριότητας».
Με τη νέα διάταξη θα προβλέπονται αναλυτικά όλες οι περιπτώσεις εκείνες στις οποίες ο ελεγkτικός μηχανισμός θα μπορεί να χρησιμοποιεί για να απενεργοποιεί τα ΑΦΜ σε βαριές περιπτώσεις φοροδιαφυγής και λαθρεμπορίου. Ηδη, το μέτρο έχει εφαρμοστεί σε «εξαφανισμένους» εμπόρους που δραστηριοποιούνται σε ενδοκοινοτικές συναλλαγές. ΟΙ εν λόγω έμποροι εμφανίζοντας έκαναν συναλλαγές χωρίς να αποδίδουν το φόρο εισοδήματος και τον ΦΠΑ στο ελληνικό δημόσιο και εξαφανίζονταν. Όπως αναφέρθηκε ανωτέρω, όλες οι περιπτώσεις αναστολής ή απενεργοποίησης του ΑΦΜ θα περιλαμβάνονται σε λίστα που θα νομοθετηθεί από την κυβέρνηση.
Σημειώνεται ότι την προσφυγή στο ΣτΕ είχε κάνει εταιρεία, για ένα νόμο που, όπως λένε από το Ανώτατο Δικαστήριο, έχει εφαρμοστεί σε σχετικά λίγες περιπτώσεις.
Συγκεκριμένα με την υπ’ αριθμόν 869/2025 απόφαση της Ολομέλειας του Συμβουλίου της Επικρατείας (Πρόεδρος Μ. Πικραμένος, εισηγήτρια η Σύμβουλος Ε. Σκούρα) κρίθηκε ότι οι διατάξεις του ν. 4174/2013 που προβλέπουν τη δυνατότητα αναστολής της χρήσης ή απενεργοποίησης του ΑΦΜ σε περίπτωση φοροδιαφυγής και παρέχουν νομοθετική εξουσιοδότηση προς τον Διοικητή της ΑΑΔΕ για τον ορισμό περιπτώσεων αναστολής ή απενεργοποίησης του ΑΦΜ και των συνεπειών της αναστολής και της απενεργοποίησης, αντίκεινται στο Σύνταγμα.
Στο σκεπτικό αναφέρεται μεταξύ άλλων ότι «η ρύθμιση του νόμου δεν περιέχει την αναγκαία, λόγω της σημασίας του ρυθμιζόμενου ζητήματος, ουσιαστική ρύθμιση, η οποία πρέπει να περιλαμβάνει το βασικό πλαίσιο, σύμφωνα με τις επιταγές της αρχής του κράτους δικαίου, με την πρόβλεψη των αναγκαίων εγγυήσεων και τήρηση της αρχής της αναλογικότητας, αλλά συνιστά κατ’ ουσίαν εν λευκώ εξουσιοδότηση προς τον Διοικητή της ΑΑΔΕ για τη ρύθμιση των εν λόγω θεμάτων σε περίπτωση φοροδιαφυγής, εφόσον δεν τίθενται όρια στην αρμοδιότητά του».
Σύμφωνα με το ισχύον νομοθετικό πλαίσιο, αναστολή ή απενεργοποίηση επιβάλλεται σε περίπτωση παύσης της οικονομικής δραστηριότητας, πτώχευσης ή αφερεγγυότητας ή διάπραξης σοβαρών αδικημάτων, όπως η φοροδιαφυγή, η λαθρεμπορία ή η νοθεία. Στην περίπτωση της λαθρεμπορίας, η αναστολή ή απενεργοποίηση συνδέεται και με την ποινική διαδικασία, αν έχει ασκηθεί δίωξη για κακούργημα, και διαρκεί μέχρι τη δικάσιμο και, αν επιβληθεί ποινή, μέχρι την έκτιση της ποινής.