LarissaPress
  • Επικαιρότητα
    • Λάρισα
    • Τα Νέα της Βουλής
    • Θεσσαλία
    • Δήμοι Ν. Λάρισας
    • Ελλάδα
    • Οικονομία
    • Κόσμος
    • Αγροτική Οικονομία
    • Αγορά ακινήτων
    • Εκπαίδευση
  • Ρεπορτάζ
    • Πρόσωπα
    • Λοξή ματιά
    • Λάρισα – Εμπιστευτικό
    • Κουίζ
    • Αστικές … Διαθλάσεις
  • Απόψεις
    • Λαρισαίοι
    • Αρθρογραφία
  • Πολιτισμός
    • Πολιτισμός
    • Κινηματογράφος
    • Βιβλίο
    • Εικαστικά
    • Γεύση
    • Καφές
    • Τέχνες
      • Θέατρο
  • Μέλλον
    • Αθλητισμός
    • Υγεία
    • Περιβάλλον
    • Επιστήμη
    • Τεχνολογία
  • Έξοδος
    • Έξοδος
    • Ταξίδια
    • Αυτοκίνητο
    • Σεξ
  • WebTV
  • Podcasts
No Result
View All Result
LarissaPress
  • Επικαιρότητα
    • Λάρισα
    • Τα Νέα της Βουλής
    • Θεσσαλία
    • Δήμοι Ν. Λάρισας
    • Ελλάδα
    • Οικονομία
    • Κόσμος
    • Αγροτική Οικονομία
    • Αγορά ακινήτων
    • Εκπαίδευση
  • Ρεπορτάζ
    • Πρόσωπα
    • Λοξή ματιά
    • Λάρισα – Εμπιστευτικό
    • Κουίζ
    • Αστικές … Διαθλάσεις
  • Απόψεις
    • Λαρισαίοι
    • Αρθρογραφία
  • Πολιτισμός
    • Πολιτισμός
    • Κινηματογράφος
    • Βιβλίο
    • Εικαστικά
    • Γεύση
    • Καφές
    • Τέχνες
      • Θέατρο
  • Μέλλον
    • Αθλητισμός
    • Υγεία
    • Περιβάλλον
    • Επιστήμη
    • Τεχνολογία
  • Έξοδος
    • Έξοδος
    • Ταξίδια
    • Αυτοκίνητο
    • Σεξ
  • WebTV
  • Podcasts
LarissaPress
No Result
View All Result

Είσαι γονιός στην Ελλάδα; Θα γονατίσεις οικονομικά

10 Μαΐου 2025, 17:45
–
Οικονομία
Facebook
Twitter/X
Telegram
Pocket
Email
Εκτύπωση

Η LiFO αναδεικνύει ιστορίες καθημερινής επιβίωσης γονέων που τρέχουν και δεν φτάνουν για να αντιμετωπίσουν τα κόστη που απαιτούνται για την ανατροφή των παιδιών τους, αναζητώντας τη σύνδεση του μεγάλου οικονομικού φορτίου που σηκώνουν οι γονείς με τη δημογραφική κάμψη της χώρας και τη μείωση των αριθμού των γεννήσεων. Τι αναφέρουν επιστήμονες της δημογραφίας; Τι μέτρα έχει πάρει η κυβέρνηση; Γιατί οι επιδοματικές πολιτικές δεν αρκούν για να αντιστραφεί η τάση και να αυξηθούν οι γεννήσεις και γιατί η πορεία συρρίκνωσης του πληθυσμού είναι προδιαγεγραμμένη;

Η περσινή χρονιά έκλεισε για την Ελλάδα με διπλάσιους θανάτους σε σχέση με τον αριθμό των γεννήσεων. Το 2024 στην Ελλάδα γεννήθηκαν 62.624 παιδιά, ενώ καταγράφηκαν 153.423 θάνατοι. Ούτε και το 2023 ήταν καλύτερα τα πράγματα. Σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ, το 2023 είχαμε 71.455 γεννήσεις, έναντι 128.101 θανάτων, ακολουθώντας ένα σερί μειώσεων από το 2010 και μετά, όπου οι θάνατοι είναι πολύ περισσότεροι από τις γεννήσεις.

Η συρρίκνωση των γεννήσεων στη χώρα μας αποτελεί μία από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του δημογραφικού. Η πιο εύληπτη αποτύπωση αυτής της πρόκλησης αντικατοπτρίζεται στην καθημερινότητα χιλιάδων μονογονέων και ζευγαριών με παιδιά. Όλοι τους, από τη στιγμή που θα αποκτήσουν παιδί ή παιδιά, χάνονται σε έναν λαβύρινθο οικονομικών υπολογισμών από τον οποίο θα βγουν δύο δεκαετίες μετά. Αν βγουν.

Το οικονομικό βάρος της γονεϊκότητας ξεκινάει από τη στιγμή που το βρέφος καταφθάνει στο σπίτι. Συζητώντας με νέους γονείς, καταλαβαίνουμε ότι μπορεί να ξεπερνάει, με συντηρητικούς υπολογισμούς, τις 4.000 ευρώ τον χρόνο. Χωρίς να συνυπολογιστούν τα έξτρα χρήματα για babysitting, αλλά και τα έξοδα ενός βρεφικού σταθμού.

Η Ελλάδα έχει ένα από τα υψηλότερα ηλικιακά όρια στεγαστικής απεξάρτησης από την οικογενειακή εστία, λόγω των υψηλών ενοικίων και των αντίστοιχα χαμηλών διαθέσιμων εισοδημάτων, το οποίο είναι χαμηλότερο ίσως μόνο από κάποιες χώρες της ανατολικής Ευρώπης. Το οικονομικό περιβάλλον της χώρας δεν ευνοεί σχέδια για την ανάπτυξη οικογενειακής ζωής. Ειδικά για τις γυναίκες, πολλές από τις οποίες βλέπουν τη μητρότητα περίπου ως επαγγελματικό παροπλισμό και όχι αδίκως. Η αδυναμία ουσιαστικής εναρμόνισης της οικογενειακής με την επαγγελματική ζωή αποτελεί έναν από τους βασικούς μηχανισμούς διαιώνισης των έμφυλων ανισοτήτων στην Ελλάδα.

Τι κοστίζει λοιπόν για τη «μικρομεσαία θάλασσα» ένα βρέφος, ένα νήπιο, ένα παιδί και αργότερα ένας έφηβος από τη στιγμή που γεννιέται μέχρι την ώρα που θα μπει στο πανεπιστήμιο ή θα βγει στην αγορά εργασίας; Τι πληρώνει η μεσαία τάξη, η οποία μπορεί να μην αποτελεί μια ενιαία κοινωνικοοικονομική οντότητα, αλλά είναι η πιο πολυπληθής ομάδα της χώρας και η ζωή της επηρεάζεται από την κάθε υπουργική υπογραφή που φέρνει ένα καινούργιο κοινωνικό/οικονομικό μέτρο;

Σύμφωνα με την έρευνα οικογενειακών προϋπολογισμών της ΕΛΣΤΑΤ για το 2023, τα νοικοκυριά που αποτελούνται από ζευγάρι με δύο παιδιά έως 16 ετών παρουσιάζουν μέση μηνιαία δαπάνη 2.723,87 ευρώ, ποσό που μεταφράζεται σε 32.686,44 ευρώ ετησίως. Αυτό αντιστοιχεί στο 161,6% της μέσης δαπάνης όλων των ελληνικών νοικοκυριών, αναδεικνύοντας το ιδιαίτερα αυξημένο κόστος διαβίωσης για τις οικογένειες με παιδιά.

Η πρώτη πράξη: Μετά την έλευση του βρέφους

Το οικονομικό βάρος της γονεϊκότητας ξεκινάει από τη στιγμή που το βρέφος καταφθάνει στο σπίτι. Συζητώντας με νέους γονείς, καταλαβαίνουμε ότι μπορεί να ξεπερνάει, με συντηρητικούς υπολογισμούς, τις 4.000 ευρώ τον χρόνο. Χωρίς να συνυπολογιστούν τα έξτρα χρήματα για babysitting, στην περίπτωση που η νέα μητέρα πρέπει να γυρίσει στους δύο μήνες μετά τη γέννηση του παιδιού στην εργασία της, όπως προβλέπεται στον ιδιωτικό τομέα, αλλά και τα έξοδα ενός βρεφικού σταθμού που θα δούμε στη συνέχεια πώς διαμορφώνονται.

Μ’ αυτά τα χρήματα επιβαρύνεται ο προϋπολογισμός της Ε., που είναι 28 χρονών και έχει ένα παιδί 2 ετών. Η Ε. είναι τεχνίτρια νυχιών και πήρε διαζύγιο πριν από έναν χρόνο. Θεωρεί τον εαυτό της διπλά τυχερό γιατί διατηρεί μια πολιτισμένη σχέση με τον πρώην σύζυγό της, ο οποίος είναι συνεπής στις υποχρεώσεις της διατροφής, ενώ η μητέρα της έχει αναλάβει το babysitting του παιδιού: «Διαφορετικά θα χρειαζόταν να δίνω όλο τον μισθό μου στον άνθρωπο που θα το κρατούσε, αφού η πιο φθηνή babysitter που μπορεί να βρει κανείς ζητάει έξι ευρώ την ώρα», λέει.

Γιατί οι γυναίκες Millennials «τρέμουν» τη μητρότητα;

«Και πάλι όμως», μας λέει με δυσφορία, «τα έξοδα δεν είναι λίγα, ειδικά τα πρώτα δύο χρόνια. Μόνο για το βρεφικό γάλα, τις πάνες και τις μηνιαίες επισκέψεις στον γιατρό, ήθελα minimum 300 ευρώ. Στο ποσό αυτό δεν συμπεριλαμβάνεται οτιδήποτε έξτρα, όπως μια επιπλέον ιατρική επίσκεψη, όταν το παιδί αρρωσταίνει, κάτι που έχει συμβεί αρκετές φορές, όπως επίσης και ο εξοπλισμός του σπιτιού, το καροτσάκι της βόλτας, τα θήλαστρα, τα εκατοντάδες πακέτα μωρομάντιλα, οι φυσιολογικοί οροί και οι κρέμες στη συνέχεια», λέει.

Με συντηρητικούς υπολογισμούς, το κόστος της έλευσης της καινούργιας ζωής ανέρχεται στις 4.000 ευρώ ετησίως. Η κυβέρνηση, υπό την απειλή της δημογραφικής συρρίκνωσης, θέσπισε εφάπαξ επίδομα γέννησης ύψους 2.000 ευρώ για το πρώτο παιδί, το οποίο αύξησε πριν από έναν χρόνο στα 2.400 ευρώ, και το οποίο αυξάνεται προοδευτικά, για το δεύτερο παιδί στα 2.700, για το τρίτο στα 3.000 ευρώ, για το τέταρτο και κάθε επόμενο παιδί στα 3.500.

«Οτιδήποτε δίνεται είναι ευπρόσδεκτο, αλλά δεν φτάνει για να καλύψει τα μεγάλα έξοδα», λέει η Ε. Έξοδα τα οποία στην Ελλάδα των χαμηλών μισθών σε σχέση με τον ευρωπαϊκό μέσο όρο είναι πολλές φορές πολλαπλάσια. Νωπή είναι ακόμη η αίσθηση που προκάλεσε η έρευνα της Επιτροπής Ανταγωνισμού που δημοσιεύτηκε τον Ιανουάριο του 2024, σύμφωνα με την οποία το βρεφικό γάλα στην Ελλάδα πωλείται έως και 213% ακριβότερα σε σύγκριση με άλλες χώρες της Ε.Ε. Κι αν σήμερα, μετά τα λίγα πρόστιμα που έπεσαν, η τιμή κατέβηκε 10 έως 20%, δεν σημαίνει ότι ισορρόπησε σε ένα λογικό ύψος, συγκριτικά με άλλες χώρες.

Το άγχος του παιδικού σταθμού

Η Γεωργία έχει ένα παιδί τεσσάρων ετών και είναι η δεύτερη χρονιά που ο μικρός θα πάει στον παιδικό σταθμό, αφού το ζευγάρι εργάζεται: «Το κόστος ανέρχεται στα 550 ευρώ τον μήνα με τις έξτρα δραστηριότητες. Ξεπερνάει δηλαδή τις 6.500 ευρώ τον χρόνο. Μας βολεύει γιατί είναι ολοήμερης φροντίδας και γλιτώνουμε τα έξοδα του babysitting», λέει. Ο σταθμός είναι ιδιωτικός και μέρος των χρημάτων, περίπου 2.600 ευρώ, καλύπτεται από το voucher που πήρε η Γεωργία. Το voucher είναι η επιταγή που δίνει η κυβέρνηση σε όσους πληρούν συγκεκριμένα εισοδηματικά κριτήρια και αποτελεί το εισιτήριο για την εισαγωγή ενός παιδιού σε έναν βρεφικό ή βρεφονηπιακό σταθμό.

Γιατί οι Έλληνες δεν κάνουν παιδιά;

Γιατί δεν κάνουν παιδιά οι Έλληνες;

Μπορεί να χρησιμοποιηθεί τόσο στους δημοτικούς παιδικούς σταθμούς όσο και στους ιδιωτικούς. Ειδικά για τους δημοτικούς σταθμούς, εφόσον το παιδί εγγραφεί, δεν υπάρχει συνήθως επιπλέον κόστος. Η Γεωργία δεν βρήκε θέση στον δημοτικό σταθμό της περιοχής της και στράφηκε στον ιδιωτικό: «Οι θέσεις που επιδοτούνταν ήταν περιορισμένες και δόθηκε προτεραιότητα στις οικογένειες με χαμηλότερα εισοδήματα που είχαν υψηλότερη μοριοδότηση». Σύμφωνα με τα στοιχεία της Ελληνικής Εταιρείας Τοπικής Ανάπτυξης και Αυτοδιοίκησης, την περίοδο 2024/2025 πήραν voucher 173.363 παιδιά και παιδιά ΑμεΑ.

Ένας μισθός για τις δραστηριότητες

Όταν το νήπιο γίνεται παιδί, ξεκινάει μια νέα ανηφόρα, η οποία θα συνεχιστεί σε όλες τις τάξεις της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Οι οικογένειες χρειάζονται συνήθως έναν μισθό για να αντεπεξέλθουν στις δραστηριότητες των παιδιών, δηλαδή την εκμάθηση ξένων γλωσσών, τις καλλιτεχνικές και τις αθλητικές δραστηριότητες. Τα έξοδα αυξάνονται αν συνυπολογιστεί το φαγητό και τα ρούχα, ενώ μπαίνοντας στην εφηβεία τα παιδιά αποκτούν και προσωπικά έξοδα, με το χαρτζιλίκι να είναι απαραίτητο. Και αν στην παιδική ηλικία ήταν εύκολο το «όχι», στην εφηβεία τα πράγματα αλλάζουν.

Η Α. είναι νοσηλεύτρια και ζει σε δήμο των βορείων προαστίων. Ο σύζυγός της εργάζεται στον τομέα των μεταφορών και έχουν δύο παιδιά, 13 και 9 χρονών. Το μηνιαίο budget φτάνει τα 650 ευρώ μόνο για τις δραστηριότητες, χωρίς το φαγητό και τα ρούχα. «Για τη μεγάλη δίνω 125 ευρώ για τα αγγλικά, 65 ευρώ για το πιάνο, 60 ευρώ για τα ιδιαίτερα στα φιλολογικά μαθήματα. Για τον γιο μου, που είναι στην Γ’ Δημοτικού, δίνω το ίδιο ποσό για τα αγγλικά, 125 ευρώ δηλαδή, 40 ευρώ για τα μαθήματα χορού και 150 ευρώ για το κέντρο μελέτης». Τα κέντρα μελέτης είναι τα φροντιστήρια του δημοτικού. Έχουν αναπτυχθεί εδώ και μια δεκαετία περίπου. Όσοι γονείς θέλουν να αποφύγουν τη γονεϊκή διδασκαλία στο σπίτι ή αισθάνονται ότι τα παιδιά τους είναι αδύναμα, επιλέγουν αυτήν την παράλληλη στήριξη: «Αφού στα ολοήμερα σχολεία δεν γίνεται καμία σοβαρή δουλειά», λένε.

Το ζευγάρι, όπως μας λέει η Α., αναγκάζεται να κάνει έξτρα δουλειές πολλά Σαββατοκύριακα για να τα βγάλει πέρα, «αλλά με τις υποχρεώσεις των παιδιών, τα χρήματα δεν είναι ποτέ αρκετά: Φαντάσου ότι δύο με τρεις φορές την εβδομάδα μαγειρεύει η πεθερά μου για να μας διευκολύνει και να μας απαλλάξει από κάποια έξοδα». Η Α. «δεν βλέπει φως στο τούνελ», όπως λέει: «Η απογοήτευση είναι διάχυτη. Βλέπω τους νέους συναδέλφους μου πόσο διστακτικοί είναι να κάνουν παιδιά και οικογένεια. Δεν θέλω να τους αποθαρρύνω, αλλά τους καταλαβαίνω και τους δικαιολογώ». Και προσθέτει: «Ένα έξτρα έξοδο να βγει, τινάζεται ο οικογενειακός προϋπολογισμός στον αέρα, όπως μου συνέβη πρόσφατα, που χάλασε το αυτοκίνητό μου. Σκέφτηκα να το πουλήσω για να απαλλαγώ από τα έξοδα. Τελικά δεν θα το κάνω, γιατί έχουμε τις δεύτερες δουλειές τα Σαββατοκύριακα και δεν μας παίρνει ο χρόνος να πηγαινοερχόμαστε με τα μέσα». Εν τέλει, «η μόνιμη συζήτηση είναι πώς να μειώσεις τα έξοδα. Να μειώσεις, να μειώσεις. Τι να κόψω; Τις δραστηριότητες των παιδιών; Δεν ξέρω ποιες είναι οι λύσεις που μπορεί να έχει ένας άνθρωπος στην εποχή μας».

Ο πονοκέφαλος της νταντάς

Τα έξοδα υπερπολλαπλασιάζονται όταν το ζευγάρι χρειαστεί υποστήριξη για τη φύλαξη των παιδιών, που μπορεί να μην είναι νήπια αλλά δεν είναι και αρκετά μεγάλα για να αυτοεξυπηρετηθούν με ασφάλεια στο σπίτι και να επιστρέψουν χωρίς συνοδεία από το σχολείο. Η υποστήριξη αυτή είναι απαραίτητη στις πρώτες τάξεις του δημοτικού. Η Ε. και ο σύζυγός της τελειώνουν τη δουλειά τους στις πέντε το απόγευμα. Για τη γυναίκα που θα τα πάρει από το σχολείο και θα μείνει μαζί τους μέχρι την άφιξη των γονέων, πληρώνει 400 ευρώ τον μήνα: «Το ποσό αφορά τρίωρη πενθήμερη απασχόληση, η οποία χρεώνεται έξι ευρώ την ώρα». Είναι η δέκατη νταντά που αλλάζει, «γιατί οι περισσότερες ενδιαφέρονται για πλήρη απασχόληση, οπότε μόλις βρουν δουλειά, είτε σε παιδικό, είτε σε κάποια άλλη οικογένεια με περισσότερες ώρες, φεύγουν». Αν, πέρα από την εποπτεία των παιδιών και τη συνοδεία από το σπίτι στο σχολείο, ο γονέας ζητήσει και δημιουργική απασχόληση, «η υπηρεσία ανεβαίνει από τα 6 ευρώ στα 9 ή και τα 15», λέει.

Κομμένα το θέατρο, το σινεμά και οι βόλτες: Προέχουν οι ανάγκες των παιδιών

Το feedback που παίρνουμε από όλους τους γονείς με τους οποίους μιλήσαμε είναι ότι τα κόστη των παιδιών είναι δυσβάσταχτα και συνήθως περιορίζουν τις δικές τους ανάγκες για να βγει ο λογαριασμός.

Η Ν. είναι 45 χρονών και διατηρεί με τον σύζυγό της μια εμπορική επιχείρηση στην Πετρούπολη. Το ζευγάρι έχει δύο παιδιά. Το αγόρι φοιτά στην Α’ Γυμνασίου και το κορίτσι στην Α’ Λυκείου. Το μηνιαίο κόστος μόνο για τις δραστηριότητες των δύο παιδιών ανέρχεται στα 780 ευρώ. Τον επόμενο χρόνο, ο λογαριασμός θα ανέβει πολύ παραπάνω, καθώς ξεκινάει η κούρσα της προετοιμασίας για τις πανελλαδικές. Φτάνουμε τώρα σχεδόν τα 800 ευρώ, και του χρόνου τα έξοδα θα είναι πολύ περισσότερα».

Η Ν. υποστηρίζει ότι το κόστος για τα δύο παιδιά είναι πολύ μεγαλύτερο «αν συμπεριλάβεις ρούχα και φαγητό. Το σούπερ μάρκετ ξεπερνάει πολλές φορές και τα 500 ευρώ. Παράλληλα, τρέχουν λογαριασμοί και όλες οι άλλες υποχρεώσεις». Τα βγάζουν πέρα, όπως λέει, «γιατί απλώς στερούμαστε εμείς. Μπορεί να περάσει και ένας χρόνος και να μην αγοράσω κάτι για τον εαυτό μου, όπως και ο σύζυγός μου. Οι ταβέρνες και οι έξοδοι για καφέ, σινεμά ή θέατρο για εμάς δεν υπάρχουν. Απλώς έχουμε την τύχη να κάνουμε διακοπές χάρη στο οικογενειακό εξοχικό σπίτι που υπάρχει κοντά στην Αθήνα».

Η ζάλη των πανελλαδικών

Η Ε. είναι 48 χρονών και είναι μητέρα τριών παιδιών. Ο μικρός γιος της είναι 11 χρονών και τα μηνιαία του έξοδα είναι 450 ευρώ, χωρίς το φαγητό, τα ρούχα και το σαββατιάτικο χαρτζιλίκι. Τα 260 ευρώ τον μήνα πηγαίνουν στα καθημερινά ιδιαίτερα μαθήματα: «Την Α’ Δημοτικού, που είναι μια βασική τάξη, ο μικρός την έβγαλε διαδικτυακά λόγω Covid. Δεν τα πήγε καλά και τα κενά συν τω χρόνω αυξήθηκαν. Αποφάσισα να πάρω δασκάλα για να αποφύγουμε τις εντάσεις της γονεϊκής διδασκαλίας», λέει. Η Ε. έχει άλλα δύο, μεγαλύτερα παιδιά, τα οποία είναι φοιτητές, και όσο σκέφτεται τα κόστη που έρχονται για τις επόμενες τάξεις ζαλίζεται, όπως λέει, γιατί το έχει ξαναπεράσει δύο φορές την τελευταία τριετία: «Δύο παιδιά, με διαφορά δύο χρόνων, έδιναν πανελλαδικές. Για μία τριετία περίπου, τα έξοδα των φροντιστηρίων ξεπερνούσαν τα 1.500 ευρώ». Η Ε. αναγκάζεται εδώ και πέντε χρόνια περίπου να κάνει δεύτερη δουλειά για να βγουν τα έξοδα, όπως λέει.

Ο Γ. έχασε τη σύζυγό του πριν από επτά χρόνια. Η κόρη του είναι 18 χρονών και φέτος προετοιμάζεται για την εισαγωγή της στο πανεπιστήμιο. Ο μηνιαίος λογαριασμός για τα ιδιαίτερα φτάνει τα 850 ευρώ, καθώς η τιμή για κάθε μάθημα κυμαίνεται από 20 έως 35 ευρώ την ώρα. Ο Γ. είναι δημόσιος υπάλληλος και τα χρήματά του είναι μετρημένα. Βοηθάνε οι παππούδες και ο αδελφός του, όπως μας λέει. Τα ιδιαίτερα ήταν μονόδρομος «μετά από την ειλικρινή εξομολόγηση της κόρης μου ότι προτιμά έναν μέτριο δάσκαλο ο οποίος θα ασχολείται αποκλειστικά μ’ αυτήν, παρά τον καλύτερο, ο οποίος θα της κάνει μάθημα μέσα σε ένα γκρουπ παιδιών. Η κόρη μου είναι συνεσταλμένη και εσωστρεφής. Πολλές φορές είχε απορίες στο μάθημα και ντρεπόταν να κάνει ερωτήσεις για να τις λύσει. Ήξερα ότι χρειαζόταν ειδική μεταχείριση. Μ’ έναν τρόπο, δεν μπορούσα να κάνω αλλιώς». Το κόστος που επωμίζεται ο Γ. δεν είναι πρωτοφανές, ούτε ασυνήθιστο. Το φροντιστήριο είναι προαπαιτούμενο για τα περισσότερα παιδιά και οι τιμές, ακόμη και στα ομαδικά γκρουπ, κυμαίνονται από 400 έως 600 ευρώ και πολύ πιο πάνω ακόμη, ανάλογα με την περιοχή και τη φήμη του φροντιστηρίου.

Αναζητείται υποστηρικτικό πλαίσιο

Το αν και κατά πόσο το κόστος ανατροφής των παιδιών σήμερα στην Ελλάδα υπονομεύει ή εντείνει το δημογραφικό πρόβλημα διαφαίνεται ξεκάθαρα από τις προτάσεις του Βύρωνα Κοτζαμάνη, διευθυντή Ερευνών του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών, οποίος επισημαίνει την αναγκαιότητα δημιουργίας «ενός εξαιρετικά ευνοϊκού περιβάλλοντος για την οικογένεια και το παιδί».

«Η προοδευτική δημιουργία του περιβάλλοντος αυτού προϋποθέτει μέτρα που θα επιτρέψουν στα νεότερα ζευγάρια να αποκτήσουν των αριθμό των παιδιών που επιθυμούν, έναν αριθμό που είναι πολύ υψηλότερος από αυτόν που πράγματι φέρνουν σήμερα στον κόσμο», αναφέρει.

Τα μέτρα αυτά, όπως λέει, «πρέπει να στοχεύουν κυρίως: στη μείωση του (άμεσου ή έμμεσου) οικονομικού κόστους που προκύπτει από τη γέννηση και το μεγάλωμα ενός παιδιού, στην εναρμόνιση της οικογενειακής με την επαγγελματική ζωή, στην άρση των έμφυλων διακρίσεων τόσο στον δημόσιο όσο και στον ιδιωτικό βίο (με βάση τον Gender Equality Index βρισκόμαστε στην 24η θέση στην Ε.Ε.,), στη λύση του στεγαστικού προβλήματος μέσω ενός εκτεταμένου προγράμματος κοινωνικής κατοικίας, στην αύξηση των διαθέσιμων εισοδημάτων τους, στην άρση του κλίματος αβεβαιότητας για το μέλλον και στη μερική έστω προστασία από κινδύνους που μπορεί να αντιμετωπίσουν στο μέλλον οι γονείς».

Τον περασμένο Οκτώβριο παρουσιάστηκε από την κυβέρνηση το Εθνικό Σχέδιο Δράσης για το Δημογραφικό. Ο Κωνσταντίνος Ζαφείρης, καθηγητής Δημογραφίας στο Τμήμα Ιστορίας και Εθνολογίας του Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης, υποστηρίζει ότι «είναι πολύ θετικό το γεγονός και μόνο ότι κατατέθηκε ένα τέτοιο σχέδιο δράσης. Αυτή η καλή αρχή πρέπει να εξειδικευτεί περισσότερο και, αν θέλετε, να διευρυνθεί. Κι αυτό θα πρέπει να γίνει με τη συμμετοχή όλων. Και των πολιτικών δυνάμεων και των επιστημόνων και της κοινωνίας των πολιτών. Θα πρέπει να γίνει εξειδικευμένος και μακροχρόνιος σχεδιασμός ευρύτερου διαλόγου και συναίνεσης, ώστε να μην αλλάζουν τα μέτρα κάθε τόσο. Και, το κυριότερο, τα μέτρα αυτά να μην έχουν τη μορφή επιδοματικής πολιτικής αλλά μιας μακροπρόθεσμης πολιτικής που δεν θα μεταβάλλεται με την αλλαγή των κυβερνήσεων και των πολιτικών».

Ακόμη όμως κι αν δημιουργηθεί αυτό το υποστηρικτικό πλαίσιο, η δημογραφική εξέλιξη είναι προδιαγεγραμμένη και μη αναστρέψιμη. «Αν η αύξηση του μέσου αριθμού παιδιών που θα αποκτήσουν οι νεότερες γενεές τις αμέσως επόμενες δεκαετίες είναι εφικτή υπό όρους, η σταθεροποίηση των γεννήσεων στα επίπεδα της δεκαετίας 2011-2020 (92 χιλ. ετησίως κατά μέσο όρο) είναι ανέφικτη», αναφέρει ο κ. Κοτζαμάνης.

Και προσθέτει: «Ειδικότερα, ένας μέσος ετήσιος όρος γεννήσεων που να υπερβαίνει τις αμέσως επόμενες δεκαετίες τις 92 χιλ. είναι ανέφικτος, καθώς ο πληθυσμός των γυναικών σε αναπαραγωγική ηλικία θα μειώνεται συνεχώς, ακόμη και στην περίπτωση που το μεταναστευτικό ισοζύγιο της χώρας μας από αρνητικό μετατραπεί σε ελαφρώς θετικό. Η συνεχής αυτή μείωση δεν θα επιτρέψει έναν αριθμό γεννήσεων εξίσου σημαντικό με αυτόν της δεκαετίας 2011-20, ακόμη και αν οι γενεές που θα βρεθούν σε ηλικία απόκτησης παιδιού σταματήσουν να τεκνοποιούν σε όλο και μεγαλύτερη ηλικία και αρχίσουν να κάνουν προοδευτικά όλο και λίγο περισσότερα παιδιά από αυτά που έκαναν οι αμέσως προηγούμενες (ακόμη δηλαδή και αν αυξήσουν τη γονιμότητά τους). Για να μπορέσουμε να έχουμε όμως, όχι 92 χιλ. γεννήσεις όπως το 2011-20, αλλά όχι πολύ λιγότερες από 75 χιλ./ετησίως την επόμενη 25ετία (υπενθυμίζω ότι το 2024 οι γεννήσεις ήταν λιγότερες από 70 χιλ.), απαιτείται, εκτός από την επιβράδυνση της μείωσης του πληθυσμού των 20-44 ετών, μια αύξηση του αριθμού των παιδιών που θα κάνουν οι νεότερες γενεές (από 1,40 παιδιά/γυναίκα οι γυναίκες που γεννήθηκαν γύρω από το 1985, σε 1,7-1,8 αυτές που γεννήθηκαν στα τέλη του 2010)», εξηγεί. Αυτό το σενάριο προϋποθέτει τη δημιουργία του προαναφερθέντος «ευνοϊκότατου περιβάλλοντος» με τη λήψη συγκεκριμένων μέτρων, τα οποία προανέφερε ο διευθυντής Ερευνών του Ινστιτούτου Δημογραφικών Ερευνών.

Για τον καθηγητή Κωνσταντίνο Ζαφείρη, ο σημαντικότερος παράγοντας που ευθύνεται για τη μείωση των γεννήσεων, πέρα από τους δημογραφικούς, είναι κοινωνικοοικονομικός: «Τα νεαρά ζευγάρια ζουν σε συνθήκες οικονομικής ανασφάλειας. Οι αμοιβές τους δεν είναι αυτές που θα έπρεπε για να ξεκινήσουν τη ζωή τους. Σε αρκετούς έχει χτυπήσει την πόρτα η ανεργία, είτε βρίσκονται σε συνθήκες εργασιακής επισφάλειας. Ζουν σε ένα περιβάλλον όπου τα ενοίκια είναι πολύ ακριβά, όπου τα έξοδα διαβίωσης είναι πολύ υψηλά», λέει. Ο Κ. Ζαφείρης υποστηρίζει ότι «το γεγονός αυτό είναι από μόνο του απαγορευτικό. Εάν δεν αντιμετωπιστεί, δεν μπορούμε να ελπίζουμε σε αύξηση των γεννήσεων ή τουλάχιστον να μπορέσουμε να επηρεάσουμε τη μέση ηλικία τεκνογονίας». Και ο καθηγητής του Δημοκρίτειου δείχνει ως σοβαρή αιτία της συρρίκνωσης των γεννήσεων «το κόστος ανατροφής των παιδιών, το οποίο συνοδεύει τα παιδιά από τη γέννησή τους. Πριν από πολλά χρόνια θα έλεγα μέχρι την αποφοίτησή τους από το πανεπιστήμιο, αλλά πλέον θα πω μέχρι και την εξεύρεση μιας σοβαρά αμειβόμενης δουλειάς», αναφέρει.

Υποστηρίζει ότι πρέπει «πρώτα από όλα, να δούμε πώς μπορούμε να μειώσουμε το κόστος της εκπαίδευσης στην Ελλάδα. Πώς μπορούμε να ενισχύσουμε το δημόσιο σχολείο, ώστε οι γονείς να μη χρειάζεται να ξοδεύουν τόσο πολλά χρήματα». Ένα σημαντικό ζήτημα για τον καθηγητή «έχει να κάνει, αν θέλετε, με την ποιότητα της ζωής μας. Πόσο η ποιότητα της ζωής μας είναι τέτοια ώστε να μπορούμε να εναρμονίσουμε την οικογενειακή και την επαγγελματική μας ζωή. Πόσο ο ρόλος των δύο φύλων είναι ισότιμος στην ανατροφή των παιδιών». Ενώ δεν πρέπει, λέει, «να διαφεύγει από την όλη συζήτηση ότι η μητρότητα και η πατρότητα δεν είναι υποχρέωση αλλά δικαίωμα».

«Όποια μέτρα και αν ληφθούν, δεν θα αλλάξουν ριζικά τις υφιστάμενες συνθήκες άμεσα αλλά σε βάθος χρόνου», αναφέρει ο Β. Γκοτζαμάνης. Υποστηρίζει, μάλιστα, ότι «όπως έχει δείξει και η διεθνής εμπειρία, οι επιδοματικές πολιτικές έχουν άκρως περιορισμένη εμβέλεια και δεν έχουν ιδιαίτερα αποτελέσματα, εάν δεν συνοδεύονται από στοχευμένα και αποτελεσματικά μέτρα όχι μόνον στους προαναφερθέντες άξονες αλλά και σε όλα εκείνα τα πεδία που έμμεσα ή άμεσα τους επηρεάζουν».

Με βάση τα παραπάνω, μένει να φανεί αν τα μέτρα που λαμβάνει η κυβέρνηση θα φέρουν κάποιο αποτέλεσμα. Παρά τις επιφυλάξεις ειδικών ως προς την περιορισμένη αποτελεσματικότητα των επιδοματικών πολιτικών, όταν αυτές δεν συνοδεύονται από ευρύτερες διαρθρωτικές παρεμβάσεις, ο Κυριάκος Μητσοτάκης ανακοίνωσε πρόσφατα ένα πακέτο μέτρων ύψους 1,1 δισεκατομμυρίων ευρώ, αξιοποιώντας μέρος του πρωτογενούς πλεονάσματος του 2024, το οποίο ανήλθε σε 11,4 δισ. ευρώ, στα οποία περιλαμβάνεται η επιστροφή ενός ενοικίου στους ενοικιαστές.

Επιπλέον, έχει ενεργοποιηθεί το πρόγραμμα «Σπίτι μου ΙΙ» που σχεδιάστηκε ως συνέχεια της αρχικής στεγαστικής πολιτικής για νέους έως 39 ετών, και αφορά στέγαση με ιδιαίτερα ευνοϊκούς όρους, δηλαδή με επιδοτούμενα στεγαστικά δάνεια με σχεδόν μηδενικό επιτόκιο. Παράλληλα θα τρέξει το πολυαναμενόμενο εδώ και δύο χρόνια πρόγραμμα της κοινωνικής αντιπαροχής. Σύμφωνα με ασφαλείς πληροφορίες, το νομοσχέδιο αναμένεται, εκτός απροόπτου, να τεθεί σε δημόσια διαβούλευση μέχρι τις 16 Μαΐου. Με την κοινωνική αντιπαροχή οι ιδιώτες κατασκευαστές θα μπορούν να αναλάβουν την ανέγερση οικοδομών σε ακίνητα του Δημοσίου, από τα οποία τουλάχιστον το 30% θα προορίζεται για κοινωνική κατοικία. Στόχος είναι να ενοικιαστούν τα πρώτα σπίτια μέσα στο 2027.

Μένει να φανεί η αποτελεσματικότητα των μέτρων αυτών, η οποία έχει αμφισβητηθεί, καθώς το πρώτο σκέλος του προγράμματος ολοκληρώθηκε με αρρυθμίες. Αν και ο αρχικός στόχος ήταν η στήριξη 10.000 νέων αγοραστών, τελικά ωφελήθηκαν περίπου 7.700 άτομα. Η διαφορά αυτή αποδίδεται κυρίως στη δυσκολία εύρεσης κατάλληλων ακινήτων, που να πληρούν τα κριτήρια του προγράμματος. Περισσότεροι από 1.300 νέοι των οποίων το δάνειο είχε εγκριθεί δεν κατάφεραν να εντοπίσουν ακίνητο εντός των προδιαγραφών που έθετε το πρόγραμμα, ενώ η αυξημένη ζήτηση σε συνδυασμό με τη χαμηλή διαθεσιμότητα των ακινήτων που πληρούσαν τις προϋποθέσεις οδήγησε σε αυξήσεις των τιμών. Όσο για την κοινωνική αντιπαροχή, εκτός του ότι είναι ένα μέτρο που έχει εξαγγελθεί από το 2022, απέχει πολύ από την ιδέα της κοινωνικής κατοικίας, όπου το κράτος και οι δημόσιοι φορείς κατασκευάζουν ή διαθέτουν κατοικίες απευθείας για κοινωνική χρήση.

Facebook
Twitter/X
Telegram
Pocket
Email
Εκτύπωση
  • Ακολουθήστε το LarissaPress στο Google News και μείνετε ενημερωμένοι για όλες τις ειδήσεις και τα άρθρα που δημοσιεύονται!

Περισσότερα από την κατηγορία

Οικονομία

Ο «χάρτης» των πληρωμών από τον e-ΕΦΚΑ και τη ΔΥΠΑ έως τις 16 Μαΐου

10/05/2025, 12:13
Οικονομία

Τρία νέα ψηφιακά εργαλεία στην φαρέτρα της ΑΑΔΕ για τον περιορισμό της φοροδιαφυγής

10/05/2025, 08:40
Οικονομία

Κοτσιμπογεώργος για το νέο σύστημα ΦΠΑ: Στοχεύει στην καταπολέμηση της φοροδιαφυγής και στη διευκόλυνση της ρευστότητας

10/05/2025, 07:42
Λάρισα

Ρουπακιάς: Σημαντική η ψηφιακή μεταποίηση των επιχειρήσεων-Παρουσιάστηκαν οι υπηρεσίες του Health Hub (φωτο-βίντεο)

09/05/2025, 19:22
Οικονομία

ΕΦΚΑ: Πότε πληρώνονται οι συντάξεις Ιουνίου

09/05/2025, 18:00
Οικονομία

Βαριά καμπάνα σε 5 βενζινάδικα: «Λουκέτο» για δύο χρόνια – Διακοπή τροφοδοσίας σε 24 πρατήρια

09/05/2025, 14:29
Διεύθυνση: Γιαννιτσιώτη 1, 41222, Λάρισα
Τηλέφωνο: 2411117700 & 6944175828
Υπεύθυνος: Λευτέρης Παπαστεργίου
Email: news@larissapress.gr & adv@larissapress.gr
Μέλος του eMedia - ΑΜ: 14317
Απαγορεύεται από το δίκαιο της Πνευματικής Ιδιοκτησίας η καθ΄οιονδήποτε τρόπο παράνομη χρήση/ιδιοποίηση του περιεχομένου, με βαρύτατες αστικές και ποινικές κυρώσεις για τον παραβάτη.

© 2019 LarissaPress - Powered by ITBox, Art direction Cursor Design Studio

  • Επικαιρότητα
    • Λάρισα
    • Τα Νέα της Βουλής
    • Θεσσαλία
    • Δήμοι Ν. Λάρισας
    • Ελλάδα
    • Οικονομία
    • Κόσμος
    • Αγροτική Οικονομία
    • Αγορά ακινήτων
    • Εκπαίδευση
  • Ρεπορτάζ
    • Πρόσωπα
    • Λοξή ματιά
    • Λάρισα – Εμπιστευτικό
    • Κουίζ
    • Αστικές … Διαθλάσεις
  • Απόψεις
    • Λαρισαίοι
    • Αρθρογραφία
  • Πολιτισμός
    • Πολιτισμός
    • Κινηματογράφος
    • Βιβλίο
    • Εικαστικά
    • Γεύση
    • Καφές
    • Τέχνες
      • Θέατρο
  • Μέλλον
    • Αθλητισμός
    • Υγεία
    • Περιβάλλον
    • Επιστήμη
    • Τεχνολογία
  • Έξοδος
    • Έξοδος
    • Ταξίδια
    • Αυτοκίνητο
    • Σεξ
  • WebTV
  • Podcasts
No Result
View All Result