Τρεις φαινομενικά άσχετες μεταξύ τους ιστορίες: η εξαφάνιση της Κασσάνδρας, συζύγου ενός δυνατού τοπικού παράγοντα και επιχειρηματία της περιοχής, μια δολοφονία και μια υπόθεση αρχαιοκαπηλίας. Στον Παράδεισο Ιωαννίνων, το γραφικό χωριό που επιλέγει η Τατιάνα Αβέρωφ για να συνθέσει το νέο της μυθιστόρημα «Silver Alert», – Εκδόσεις Μεταίχμιο-, η ζωή κυλά όπως σε όλα σχεδόν τα χωριά της ελληνικής επαρχίας.
Κάτοικοι που γνωρίζονται καλά μεταξύ τους, τρόποι συναναστροφής και επικοινωνίας που χαρακτηρίζονται από την αμεσότητα, «ειδήσεις» που διακτινίζονται με ταχύτητα φωτός από το ένα σπίτι στο άλλο, και μια τοπική διαπλοκή που εμφανίζεται ως «φυσιολογική» καθώς οι ισχυροί των θεσμών έχουν πάντοτε το πάνω χέρι. Μήπως όμως η εικόνα αυτή δεν αφορά μόνο την ελληνική επαρχία;
Ο αστυνόμος Περικλής Γαλάνης, ερωτευμένος και συγκάτοικος με την αγροτική γιατρό του Παραδείσου Μαρία Λάζου βρίσκεται στο επίκεντρο της νέας ιστορίας της Τατιάνας Αβέρωφ. Καλείται αυτός να λύσει τις φαινομενικά άσχετες μεταξύ τους υποθέσεις και να επαναφέρει την ηρεμία στο μικρό χωριό μα και στη δική του ζωή.
Η συγγραφέας, με μοχλό την εξιχνίαση των τριών αυτών υποθέσεων, βουτά στα ενδόμυχα των χαρακτήρων ηρώων της για να μιλήσει για τον άνθρωπο. Να περιγράψει τον τρόπο σκέψης του άντρα και της γυναίκας, να εξετάσει το πρίσμα κάτω από το οποίο ένας κοινωνικός ρόλος επιβαρύνει την ανθρώπινη συμπεριφορά, να μιλήσει για τις κλειστές κοινωνίες. Κι όλα αυτά με έναν καταιγιστικό ρυθμό, όπως ακριβώς το αυτοκίνητο του αστυνόμου Περικλή Γαλάνη που «σανιδώνεται» μέσα σε χωματόδρομους ή στην Εγνατία Οδό με στόχο την αποκάλυψη. Αποκαλύψεις ενός μεθοδικού αστυνομικού εγκεφάλου, ο οποίος ζει, παράλληλα με τη δουλειά του, και έναν έρωτα που τον οδηγεί μια στο παρελθόν και μια στο παρόν.
Η Τατιάνα Αβέρωφ λίγο πριν την παρουσίαση του «Silver Alert» στη Λάρισα (την Πέμπτη 18 Απριλίου 2024, στις 7μ.μ., στο Κλίμαξ Καφέ – Λίντο) μιλάει στη LarissaPress για το βιβλίο της, για τους ήρωες της μα και για την εικόνα της ελληνικής επαρχίας. Τέλος, στέλνει το δικό της μήνυμα στους κατοίκους μιας πόλης που συνδέθηκε στενά κατά το παρελθόν με την οικογένεια της συγγραφέως…
Τι είναι αυτό που σας ωθεί να γράψετε αστυνομικό μυθιστόρημα; Και ποιο είναι το στοιχείο που σας γοητεύει, γράφοντας αστυνομικό μυθιστόρημα;
Μου αρέσει γενικά να δοκιμάζω διαφορετικά είδη γραφής και να βάζω καινούργιες προκλήσεις στον εαυτό μου. Έτσι, όλα αυτά τα χρόνια, έχω ασχοληθεί με το ιστορικό μυθιστόρημα, το σύγχρονο, το νεανικό, τη μυθιστορηματική βιογραφία και τελευταία και με το αστυνομικό μυθιστόρημα. Εδώ, η μεγάλη πρόκληση είναι να μπορέσεις να χτίσεις την πλοκή λίγο λίγο με σωστό τάιμινγκ και συνεχόμενο σασπένς, ώστε να εμπλέξεις τον αναγνώστη από την αρχή μέχρι την τελική κορύφωση της ιστορίας. Αυτό κυρίως με γοητεύει. Αλλά φυσικά, σε μια αστυνομική ιστορία, χωράνε και όλα τα άλλα στοιχεία (χαρακτήρες, ανθρώπινες σχέσεις, κοινωνική κριτική κ.λπ.) που διαπραγματεύεται κανείς και σε άλλα είδη μυθιστορήματος.
Η έμπνευσή σας; Πώς «φυτρώνουν» στο μυαλό σας οι ιστορίες;
Φυτρώνουν συνήθως σαν μια φλασιά, σαν το μήλο του Νεύτωνα που σου πέφτει στο κεφάλι, με αφορμή ίσως μια εικόνα, μια φράση, ένα τυχαίο γεγονός, που από εκεί και πέρα ξέρεις το κεντρικό θέμα του βιβλίου που θέλεις να γράψεις. Βέβαια, πριν συμβεί αυτό, έχει προηγηθεί μια «ήσυχη» φάση, που θα την έλεγα φάση συσσώρευσης και προβληματισμού, φάση ανοιχτότητας με τις κεραίες σου σηκωμένες, που προετοιμάζει υποσυνείδητα το έδαφος μέχρι να έρθει η στιγμή της φλασιάς.
Στο «Silver Alert», στο τελευταίο σας μυθιστόρημα, πρωταγωνιστεί και πάλι ο αστυνόμος Περικλής Γαλάνης. Έχετε βρει το… alter ego σας; Και το ρωτώ, επειδή όποιος διαβάσει το βιβλίο αντιλαμβάνεται πως έρχεται και η συνέχειά του.
Πρέπει να πω πως αγαπώ όλους μου τους ήρωες, ακόμα και τους αντιπαθητικούς. Ο αστυνόμος Περικλής Γαλάνης μού είναι ιδιαίτερα αγαπητός, καθώς έχει πολλά θαυμαστά προτερήματα, αλλά και πολλές αντιφάσεις ως άτομο. Χάρηκα που τον ξαναβρήκα σ’ αυτό το δεύτερο αστυνομικό μυθιστόρημά μου, αλλά δεν θα τον έλεγα alter ego μου γιατί δεν μου μοιάζει καθόλου. Όσο για το αν θα υπάρξει συνέχεια, θα δούμε. Ειλικρινά δεν ξέρω να σας πω.
Με τον ήρωά σας συνεχίζετε να συνομιλείτε και μετά την έκδοση του βιβλίου σας; Τον νοιάζεστε ή τον χάνετε από τη ζωή σας;
Οι ήρωές μου κατοικούν στον μυθιστορηματικό κόσμο που έχω πλάσει γι’ αυτούς. Συνομιλώ μαζί τους όσο γράφω το βιβλίο, μετά χάνονται από τη ζωή μου. Υπάρχουν όμως. Και αν τύχει να συνεχίσω την ιστορία τους σ’ ένα επόμενο βιβλίο, ξαναζωντανεύει η σχέση μας, όπως ακριβώς συμβαίνει μ’ έναν αγαπημένο φίλο με τον οποίο είχες χαθεί πολλά χρόνια.
Διαβάζοντας κανείς το «Silver Alert» έρχεται σε επαφή με την ελληνική ύπαιθρο. Πιο κλειστές κοινωνίες, άλλοι δεσμοί μεταξύ των κατοίκων, άλλες συνήθειες, ξεχασμένες πλέον στις ελληνικές μεγαλουπόλεις. Πόσο διαφορετικό είναι τελικά να μένεις στην ελληνική ύπαιθρο;
Η εικόνα της ελληνικής επαρχίας έχει αλλάξει με τα χρόνια. Υπάρχει λιγότερη απομόνωση, η τηλεόραση, το ίντερνετ, οι οδικοί άξονες, οι αυξανόμενες υποδομές ‒ μια γειτονιά είναι πια η Ελλάδα από πολλές απόψεις. Παράλληλα υπάρχουν αναπόφευκτα και οι δυσκολίες πάντα του μικρού τόπου, όπως τις ξέρουμε.
Σίγουρα στην ελληνική ύπαιθρο αναδεικνύονται εντονότερα και οι ελληνικές παθογένειες. Νομίζω πως ο αναγνώστης το αντιλαμβάνεται διαβάζοντας το βιβλίο σας… Αγγίξατε και κάποιες πλευρές της γνήσιας ελληνικής διαπλοκής (επιτρέψτε μου την έκφραση).
Δυστυχώς οι θεσμοί και οι άνθρωποι που τους υπηρετούν είναι πολλές φορές κατώτεροι των περιστάσεων. Στο «Silver Alert», ναι, βρίσκω την ευκαιρία να καυτηριάσω κάποια κακώς κείμενα στις συμπεριφορές των ανθρώπων ‒ όχι όμως ειδικά των ανθρώπων της υπαίθρου. Παρόμοιες είναι οι συμπεριφορές και στις μεγάλες πόλεις, απλά νιώθω πως δεν αναδεικνύονται με τον ίδιο τρόπο, αφού στη πόλη υπερτερεί το πιο ανώνυμο πρόσωπο της γραφειοκρατίας. Αντίθετα, στις μικρότερες πόλεις, οι τοπικές αρχές, η αστυνομία, η υγεία δεν είναι απρόσωποι θεσμοί, έχουν όνομα και επώνυμο. Όλοι ξέρουν όλους, εξού και τα κουτσομπολιά οργιάζουν. Αυτό με γοητεύει ως συγγραφέα γιατί μου δίνει την ευκαιρία να εστιάσω στα παράδοξα της ανθρώπινης συμπεριφοράς και να εμπνευστώ από τους χαρακτήρες μου.
Η οικογένειά σας έχει στενή σχέση με τον θεσσαλικό κάμπο και ιδιαίτερα με τη Λάρισα. Έρχεστε στην πόλη μας για την παρουσίαση του «Silver Alert». Ποια είναι τα συναισθήματά σας;
Θυμάμαι με συγκίνηση τις επισκέψεις με τον πατέρα μου, ως παιδί, στο παλιό κτήμα. Ζωντανεύουν οι μυρωδιές, οι ήχοι των τζιτζικιών, των ξερόχορτων ν’ αναστενάζουν κάτω από τα βήματά μας, της καμπάνας που χτυπάει γλυκά από το διπλανό εκκλησάκι. Προσπαθώ να αναγνωρίσω τόπους και πρόσωπα ‒και αποτυγχάνω‒, οπότε βάζω στην άκρη τη θλίψη της νοσταλγίας και ζω το σήμερα με μια αίσθηση ευγνωμοσύνης.