Της Ειρήνης Παπουτσή
Χρειάστηκε να περάσουν 33 ολόκληρα χρόνια, το κοντέρ να καταγράψει αμέτρητα χιλιόμετρα στα ελληνικά παρκέ όπως και στα παρκέ του εξωτερικού, αλλά και να χυθούν… τόνοι ιδρώτα σε φανέλες 19 ομάδων, μέχρι να πάρει την απόφαση: “Gioul is out!”, ήταν η ανάρτηση του πολύπειρου Λαρισαίου μπασκετμπολίστα, Σωτήρη Γκιουλέκα, που μοιράστηκε μιλώντας στη LarissaPress μνήμες και συναισθήματα από μια μπασκετική πορεία – εμπειρία ζωής, δηλώνοντας πάντα λάτρης μα και υπηρέτης του αθλήματος.
Από τις μπασκέτες του χωριού του, στο Αργυροπούλι Τυρνάβου, σε μια μαγική διαδρομή σε Ελλάδα και εξωτερικό, με προσλαμβάνουσες ανωτέρου επιπέδου στα γήπεδα της Ελλάδας, της Γερμανίας και της Ιταλίας, ο Σωτήρης Γκιουλέκας ξετυλίγει το κουβάρι των αναμνήσεων και περιγράφει μια δύσκολη απόφαση αποχώρησης από την ενεργό αθλητική δράση, που έγινε σε ένα φιλικό παιχνίδι ιδιαίτερης συναισθηματικής αξίας για τον ίδιο, καθώς φόρεσε τις φανέλες και των δύο ομάδων, της νυν, Ολυμπιάδας Λάρισας, όπου δραστηριοποιείται και προπονητικά, αλλά και μιας ομάδας του ΓΣΛ και της «φουρνιάς» 1978 – 1979, όταν διέπρεπε με την καθοδήγηση του αείμνηστου κόουτς, Νίκου Χατζή.
«Από το “ανοιχτό” γήπεδο του Αργυροπουλίου σε μια 33χρονη πορεία και μια όντως δύσκολη απόφαση είπα το “αντίο” στην ενεργό δράση ανάμεσα σε φίλους και δικούς μου ανθρώπους», ήταν τα πρώτα λόγια του Σωτήρη Γκιουλέκα, που μας μίλησε για το μπάσκετ ως τρόπο ζωής, κρατώντας «φυλαχτό» πολύτιμο κάθε όμορφη μα και στενάχωρη στιγμή που έζησε.
«Ήταν τρόπος ζωής για μένα και έζησα έντονα την κάθε στιγμή. Γνώρισα ανθρώπους και κουλτούρες, έκανα φίλους πολύτιμους, ταξίδεψα και διεύρυνα τους ορίζοντές μου. Κέρδισα πολλά, μα τίποτα δε θα γινόταν δίχως τη στήριξη των γονιών μου αρχικά, της οικογένειάς μου στη συνέχεια, μα και παραγόντων και προπονητών που πίστεψαν σε μένα, με καθοδήγησαν και με στήριξαν ώστε να καταφέρω να παίξω τελικά σε τόσο υψηλό επίπεδο», συνέχισε.
Από 13 χρονών με την πορτοκαλί “θεά” στα χέρια ο Σωτήρης Γκιουλέκας, άκουσε το όνομά του να γίνεται σύνθημα στα γήπεδα της Ελλάδας μα και του εξωτερικού, παίζοντας σε ηλικία μόλις 24 ετών στο γερμανικό πρωτάθλημα, όπου πανηγύρισε πρωτάθλημα και άνοδο με τη φανέλα της Νυρεμβέργης, για να ακολουθήσει η μεταγραφή στο κορυφαίο ιταλικό πρωτάθλημα και τη Βίρτους Μπολόνια, την Capo D’Orlando, τη Βερόνα, τη Νάπολι, την Brindisi BC και τη Σκαφάτι.
Θα περίμενε κανείς κάπου εκεί να ψάχνει και την κορυφαία μπασκετική του στιγμή, μα σαν τον ρωτώ το… ρολόι γυρίζει πολύ πιο πίσω, με τον ίδιο να μην το σκέφτεται λεπτό: «Κορυφαία στιγμή για μένα ήταν όταν φορώντας τη φανέλα με το εθνόσημο ανέβηκα στο βάθρο πανηγυρίζοντας με τα υπόλοιπα παιδιά της Εθνικής Παίδων την 3η θέση στην Ευρώπη», θα πει, προλαβαίνοντας την ερώτηση για το… χειρότερό του «όταν χάθηκε ο τελικός του πανελλήνιου σχολικού πρωταθλήματος και μαζί η έξοδος στην Ευρώπη».
Αποφασισμένος να συνεχίσει να προσφέρει στο άθλημα που λατρεύει από τη θέση του προπονητή πια, ο Σωτήρης Γκιουλέκας στέκεται ιδιαιτέρως σε αξίες και αθλητικά ιδεώδη, προτρέποντας τους νέους ανθρώπους να ασχοληθούν με τον αθλητισμό με σεμνότητα, σεβασμό και πολλή δουλειά «προσέχοντας να μην αλλοιωθεί ο χαρακτήρας τους όσο ψηλά και αν φτάσουν», ενώ δεν κρύβει τον προβληματισμό του για την εικόνα που παρουσιάζει το Λαρισινό μπάσκετ.
Έχοντας τιμήσει τις φανέλες του ΓΣΛ, της Ολύμπιας, της ΑΕΛ, μα και των Φαρσάλων, του Αμπελώνα, ομάδων των Τρικάλων, του Ηρακλή Θεσσαλονίκης, του Κόροιβου Αμαλιάδας και του Φίλιππου Βεροίας, ο Σωτήρης Γκιουλέκας μιλά με τον χέρι στην καρδιά, κάνοντας λόγο για μια «απογοητευτική εξέλιξη».
Πεισματάρης πάντα και λάτρης της… σπυριάρας δείχνει αποφασισμένος να βοηθήσει όπου μπορεί ώστε να αλλάξουν τα πράγματα: «Θα πρέπει να κινητοποιηθούμε όλοι ώστε να αλλάξουμε την απογοητευτική εικόνα και να υπάρξει και πάλι Λαρισινή εκπροσώπηση στις εθνικές κατηγορίες. Και αυτό θα πράξουμε…», ολοκληρώνει με τρίποντη «βόμβα» την κουβέντας μας. Διόλου παράξενο για όποιον τον απόλαυσε στα παρκέ…