Της Φανής Δουρδούρα
Η Ελλάδα έχει παραδοσιακά έναν πλούσιο πολιτισμό και ιστορία που έχει επηρεάσει τη μόδα και την τέχνη παγκοσμίως. Τα ελληνικά μοτίβα, υφάσματα και σιλουέτες έχουν εμφανιστεί σε συλλογές μεγάλων οίκων μόδας και σχεδιαστών.
Πολλοί σχεδιαστές έχουν ενσωματώσει στις συλλογές τους στοιχεία από την ελληνική παράδοση, δημιουργώντας έναν μοναδικό συνδυασμό με τις σύγχρονες τάσεις. Αυτό έχει οδηγήσει σε μια αύξηση της επιρροής της ελληνικής μόδας σε παγκόσμιο επίπεδο και στην αναγνώριση της σημαντικής συμβολής της στον χώρο της μόδας.

Η φουστανέλα αποτελεί ένα εμβληματικό ενδυματολογικό κομμάτι το οποίο έχει επηρεάσει Έλληνες και ξένους σχεδιαστές και ξεκίνησε ως ενδυμασία των αρματολών, για να εξελιχθεί σε εθνική φορεσιά.
Η προέλευση της Φουστανέλας
Η ετυμολογία της λέξης “φουστανέλα” είναι αμφίσημη και έχει πολλές πιθανές εξηγήσεις, όπως αναφέρεται και από τη λαογράφο, Ιωάννα Παπαντωνίου. Μία από αυτές είναι ότι το όνομα προέρχεται από την αιγυπτιακή πόλη Φουστάτ, όπου παρασκευαζόταν ένα ύφασμα που χρησιμοποιήθηκε στην κατασκευή της φουστανέλας. Μια άλλη ερμηνεία προέρχεται από την ιταλική λέξη “fustagno”, που σημαίνει βαμβακερό ύφασμα, από την οποία πιθανότατα προήλθε το “fustana”, με υποκοριστικό το “fustanella”. Άλλοι πιστεύουν ότι αποτελεί απευθείας εξέλιξη του αρχαίου ελληνικού χιτώνα, αλλά αυτή η θεωρία δεν είναι επιβεβαιωμένη από ιστορικά στοιχεία. Παρόλα αυτά, η ετυμολογία της λέξης παραμένει ανοιχτή σε διάφορες ερμηνείες και μπορεί να προέρχεται από ποικίλες πηγές.
Από ένδυμα των κλεφτών στις πασαρέλες
Η φουστανέλα αναφέρεται γενικά ως “παραδοσιακό ένδυμα των ανδρών, των ποιμενικών κυρίως ομάδων, στα Βαλκάνια”. Όμως η φουστανέλα που μοιάζει με φούστα (παρόμοια με το σκωτσέζικο κίλτ) δεν ήταν μέρος της καθημερινής ενδυμασίας των αγροτών πριν από τη δημιουργία του σύγχρονου ελληνικού κράτους, αλλά ήταν η στολή των αρματολών και των κλεφτών.
Πριν η φουστανέλα γίνει εθνική ενδυμασία χρησιμοποιήθηκε ευρέως από διάφορες εθνοτικές ομάδες και περιοχές. Οι Βλάχοι και οι Αλβανοί, ειδικότερα οι Τόσκοι, ήταν γνωστοί για τη χρήση της. Επίσης, στην Ελλάδα, η φουστανέλα φοριόταν από Αρβανίτες, αλλά και από Ηπειρώτες, Θεσσαλούς, Ρουμελιώτες και Πελοποννήσιους. Αυτό δείχνει ότι η φουστανέλα αποτελούσε ένα διαδεδομένο και διαφοροποιημένο κομμάτι της παραδοσιακής φορεσιάς σε πολλές περιοχές της ευρύτερης περιοχής των Βαλκανίων.
Σύμφωνα με τον ερευνητή του λαϊκού πολιτισμού και του κοινωνικού περιθωρίου, Ηλία Πετρόπουλο, η φουστανέλα θεωρείται προϊόν κλοπής, καθώς το ελληνικό κράτος άρπαξε την εθνική ενδυμασία των Αρβανιτών και την καθιέρωσε ως στρατιωτική στολή κοπιάροντας τους εγγλέζους.

Επιπλέον, ο Πετρόπουλος επισημαίνει ότι η φουστανέλα ήταν πραγματικά βρώμικη και λιγδιασμένη με χοιρινό λίπος για να είναι αδιάβροχη, ενώ οι στρατιώτες χρησιμοποιούσαν τις δίπλες της φουστανέλας για πρακτικούς σκοπούς όπως τον καθαρισμό των χεριών και των όπλων τους.
Καθιερώθηκε ως εθνική φορεσιά από τον βασιλιά Όθωνα και τη βασίλισσα Αμαλία το 1833 ως μέρος της προσπάθειάς τους να προβάλουν ένα εθνικό σύμβολο και να ενισχύσουν την ελληνική ταυτότητα.

Η σημερινή φουστανέλα είναι ένα εντυπωσιακό κομμάτι ενδυμασίας που απαιτεί πολλή δουλειά και υλικό για την κατασκευή της. Η φουστανέλα είναι φτιαγμένη από λευκό βαμβακερό ύφασμα, το οποίο κόβεται σε πολλά ορθογώνια τρίγωνα διαφόρων μεγεθών. Τα τρίγωνα αυτά ενώνονται μεταξύ τους λοξά και ίσια, δημιουργώντας πλούσιες σούρες που ξεκινούν από το ζωνάκι της μέσης. Στο ζωνάκι περνιέται ένα κορδόνι για τη δημιουργία του φρύλι, ένα είδος στενού κυλίνδρου που κρατά τη φουστανέλα σταθερή στη μέση. Επίσης, οριζόντια διατεταγμένα στο ζωνάκι, τρία λευκά κουμπιά επιτελούν τον ίδιο σκοπό με το φρύλι.
Υπάρχει ο μύθος ότι κάθε ένα από αυτά τα μικρά κομμάτια υφάσματος αντιστοιχεί σε ένα από τα έτη της υποδούλωσης του ελληνισμού κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας, δηλαδή τετρακόσια. Με αυτόν τον τρόπο, η φουστανέλα γίνεται σύμβολο της ιστορίας και της αντίστασης του ελληνικού λαού κατά την πολύπαθη περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Άνδρες με φουστανέλα κυκλοφορούν στην Ελλάδα ως και το τέλος του 19ου αιώνα και επέζησε ως σύμβολο της παραδοσιακής φορεσιάς. Ωστόσο, κατά τον 19ο αιώνα και ιδιαίτερα προς το τέλος του, αρχίσανε να εμφανίζονται οι επιρροές από τη δυτική μόδα, κυρίως μέσω των “φράγκικων” ρούχων, όπως τα παντελόνια, τα σακάκια και άλλα στοιχεία της δυτικής ένδυσης. Αυτή η μετάβαση από την παραδοσιακή φορεσιά σε πιο δυτικά ενδύματα αντικατοπτρίζει τις κοινωνικές και πολιτιστικές αλλαγές που σημειώθηκαν στην Ελλάδα κατά τη διάρκεια του 19ου αιώνα.
Σήμερα παρότι έχει χάσει την αρχική της χρηστικότητα ως πρακτικό ένδυμα, η φουστανέλα εξακολουθεί να αποτελεί ένα ισχυρό σύμβολο της ελληνικής παράδοσης και κουλτούρας. Συνεπώς, παρατηρείται μια τάση οικειοποίησής της από σχεδιαστές μόδας, μοντέλα, καλλιτέχνες και άλλους, οι οποίοι την ενσωματώνουν στις δημιουργίες τους με διάφορους τρόπους. Η φουστανέλα παρουσιάζεται σε διάφορες μορφές, μήκη και χρώματα, ενσωματώνοντας νέες αισθητικές και στυλιστικές επιλογές.
Στο Moschino SS18, αυτό φαινόταν στις ροζ τούλινες φούστες που παρουσιάστηκαν. Τα μεγάλα πολυεπίπεδα φορέματα της Molly Goddard σίγουρα αποτίνουν φόρο τιμής και στον όγκο των ελληνικών κιλτ.
Το φθινόπωρο του 2009 ο John Galliano παρουσίασε μια συλλογή εμπνευσμένη από την παράδοση της Ανατολικής Ευρώπης και των Βαλκανίων, ενώ πολλά από τα looks θύμιζαν φορεσιές της βόρειας Ελλάδας.
Ο Jean-Paul Gaultier είναι ένας εκ των κορυφαίων σχεδιαστών μόδας που έχει εκφράσει την αγάπη του για την Ελλάδα και την παράδοσή της μέσα από τις συλλογές του.
Η συλλογή που παρουσιάστηκε για πρώτη φορά στο Παρίσι το 2006 ήταν γεμάτη με αναφορές στην παράδοση και ιστορία του τόπου μας. Δίνοντας ένα άλλο look στην φουστανέλα.

Ακόμη το φθινόπωρο του 2010 με τη συλλογή ready-to-wear παρουσίασε πολλά looks με προφανή στοιχεία από την ελληνική παράδοση και συγκεκριμένα τις φορεσιές της. Καπέλα, κολιέ και ζώνες με χρυσά φλουριά, τα παπούτσια που θυμίζουν τσαρούχι, τα χρυσοποίκιλτα κεντήματα αλλά και κομμάτια, όπως η φουστανέλα, τα πουκάμισα με τα φαρδιά μανίκια αλλά και τα κοντά σακάκια.
Βρέθηκε ακόμη στην Ελλάδα το 2017, παρουσιάζοντας μια συλλογή του στο Μουσείο Μπενάκη και προκάλεσε πανικό καθώς φόρεσε μια φουστανέλα, γεγονός σκανδαλιστικό στα μάτια της κοινωνίας, iconic όμως για τον κόσμο της μόδας.
«Σέβομαι ιδιαίτερα τον ελληνικό πολιτισμό και την αισθητική του, και η φουστανέλα αποτέλεσε πηγή έμπνευσης για μένα σε ένα ντεφιλέ υψηλής ραπτικής το οποίο ήταν ολοκληρωτικά αφιερωμένο στην Ελλάδα» είχε δηλώσει.