Timothy Gordon Ash
Πατρίδες
Μια προσωπική ιστορία της Ευρώπης
Εκδόσεις Ψυχογιός
Μετάφραση: Δημήτρης Δουλγερίδης
«Οι αναμνήσεις περιέχουν το παρελθόν,
αλλά αφορούν το μέλλον»
Πόσοι είναι οι Ευρωπαίοι πολίτες που σήμερα νιώθουν την Ευρώπη πατρίδα τους; Και πόσοι ήταν οι Ευρωπαίοι πολίτες που την ένιωθαν πατρίδα τους πριν μερικές δεκαετίες; Τι μεσολάβησε στο διάβα των δεκαετιών αυτών; Και πόσο, τελικά, μια προσωπική ιστορία μπορεί να αποτελεί ιστορία εκατομμυρίων ανθρώπων; Τι διδάσκει το παρελθόν και τι θαυμαστό περιμένουμε να δούμε στο μέλλον, περπατώντας και αναπνέοντας σε τόπους που ποτίστηκαν με αίμα για να καταφέρουν κάποιοι άνθρωποι να κερδίσουν την ελευθερία τους;
Τα παραπάνω είναι ελάχιστα μόνο ερωτήματα που μου γεννήθηκαν, διαβάζοντας το βιβλίο Πατρίδες – Μια προσωπική ιστορία της Ευρώπης, συγγραφέας του οποίου είναι ο ιστορικός, καθηγητής ευρωπαϊκών σπουδών και αρθρογράφος Timothy Gordon Ash, ένας Άγγλος Ευρωπαίος που κατορθώνει μέσα σε 400 σελίδες να προσφέρει στον αναγνώστη ένα πολύτιμο ταξίδι στον χωροχρόνο της αιματοβαμμένης ηπείρου που συνεχίζει να αναζητά την ενιαία, συλλογική της ταυτότητα.
Ο πατέρας του συγγραφέα συμμετείχε στην απόβαση της Νορμανδίας και ο Timothy Gordon Ash ξεκινά την αφήγησή του από κει, περιγράφοντας τις σκέψεις και συναισθήματα του περπατώντας στα ίδια χώματα που περπάτησε, πολεμώντας για την Ευρώπη, ο ήρωας πατέρας του. Εξυφαίνει την ιστορία σε προσωπικό τόνο δηλώνοντας από τις πρώτες κιόλας γραμμές πως «το βιβλίο αυτό είναι μια προσωπική εξιστόρηση για την Ευρώπη», αποκαλύπτοντας ταυτόχρονα πως «προσωπικά, νιώθω τυχερός που λόγω ιστορικής συγκυρίας μεγάλωσα στην Αγγλία, μια χώρα την οποία λατρεύω. Αλλά δεν με έκανε Ευρωπαίο αυτό το γεωγραφικό δεδομένο. Συνειδητοποιημένος ευρωπαίος έγινα κάποια στιγμή ανάμεσα σ’ εκείνη την πρώτη ρουφηξιά καπνού Gauloise όταν ήμουν μαθητής και στην υπογραφή βιβλίων το 1989 στην επαναστατημένη Βουδαπέστη. Στην καταχώρηση του ημερολογίου μου…»
Από την πρώτη αναφορά του συγγραφέα για «καταχώρηση στο ημερολόγιο του», μέχρι και την τελευταία του πινελιά στο βιβλίο, τα ημερολόγια του αποτελούν πολύτιμο οδηγό μνήμης για τον ίδιο και συναρπαστικά εκθέματα για τον αναγνώστη. Ο ίδιος, νεαρός σε ηλικία, αποφασίζει να ταξιδέψει σε ολόκληρη την Ευρώπη. Από το ιστορικό Βέστεν της Γερμανίας και το χωριό Όστεν της Πολωνίας μέχρι τον Λευκό Οίκο και από τις συναντήσεις του –και τις καταγραφές του- με απλούς βιοπαλαιστές της ζωής μέχρι τις αποκαλυπτικές συνομιλίες του με τους ισχυρούς πολιτικούς και τις μυθικές προσωπικότητες που διαμόρφωσαν τον σύγχρονο κόσμο, ο συγγραφέας πιάνει σφιχτά το χέρι του αναγνώστη και τον βάζει μέσα σε ιστορικά δωμάτια αποφάσεων, περπατάει μαζί του σε μέρη που αποτελούν σήμερα ταυτόσημα του αγώνα για ελευθερία και ανεξαρτησία και του συστήνει τους πρωταγωνιστές, όχι μόνο της βιτρίνας, αλλά και της αποθήκης. Εκείνου του μέρους που συνήθως καταγράφονται ψίθυροι και κραυγές απλών ανθρώπων που αγωνιούν, που ασφυκτιούν μας και που ονειρεύονται και μάχονται για ένα καλύτερο αύριο για τους ίδιους και για τα παιδιά τους.
Στο πρώτο μέρος του βιβλίου του, με τίτλο «Κατεστραμμένη (1945)» στέκεται –και μαζί του κι εγώ- στην περίπτωση του Μπρονίσλαφ Γκερέμεκ, «πρωταγωνιστή στον αγώνα της Πολωνίας για ελευθερία της τελευταίες δεκαετίες του 20ου αιώνα και έναν από τους σπουδαιότερους Ευρωπαίους της σύγχρονης εποχής», όπως γράφει ο ίδιος ο συγγραφέας. Δεν γνώριζα την προσωπική ιστορία του εβραιόπουλου που επέζησε από τη φρίκη του πολωνικού ναζιστικού γκέτο, έχοντας χάσει τον πατέρα του σε στρατόπεδο συγκέντρωσης για να φτάσει να γίνει ο πολωνός υπουργός Εξωτερικών που υπέγραψε την συνθήκη με την οποία η Πολωνία έγινε μέλος του ΝΑΤΟ.
«Η ιστορία του είναι μοναδική. Αλλά η βασική μορφή της ευρωπαϊκότητας του είναι κοινή για αρκετές γενιές Ευρωπαίων οι οποίοι συνέβαλαν ώστε να γίνει η ήπειρός μας αυτό που είναι στις αρχές του 21ου αιώνα. Αν εξετάσει κανείς πώς εξελίχθηκε το αίτημα για ευρωπαϊκή ενοποίηση σε διάφορες χώρες από τη δεκαετία του 1940 μέχρι και τη δεκαετία του 1990, η κάθε εθνική αφήγηση μοιάζει σε πρώτη ανάγνωση διαφορετική. Αν όμως σκάψει βαθύτερα, θα ανακαλύψει το θεμελιώδες αξίωμα. ‘Ζήσαμε κάποτε σε ένα δυσάρεστο μέρος, θέλουμε να ζήσουμε σε ένα καλύτερο, και αυτό ονομάζεται Ευρώπη’».
Κάπως έτσι ο Timothy Gordon Ash προσφέρει στο βιβλίο του μια πολύτιμη –ειδικά για τις μέρες μας- «εισαγωγή»: «Ανάμεσα στους ιδρυτές πατέρες αυτού που ονομάζουμε Ευρωπαϊκή Ένωση συγκαταλέγονταν και όσοι ανήκαν στην γενιά του ’14 και άρα θυμούνταν τις φρικαλεότητες του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου…. Ύστερα από αυτούς ήρθε η γενιά του ’39, σαν τον Γκέρεμεκ ανεξίτηλα σημαδεμένη από τα τραύματα του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, των γκούλαγκ, της Κατοχής και του Ολοκαυτώματος… Έπειτα αναδύθηκε η γενιά του ’68, η οποία επαναστάτησε ενάντια στη βασανισμένη γενιά των προπατόρων της… Κι ύστερα ήρθε η γενιά του ’89, άνθρωποι που ήταν στο τέλος της εφηβείας τους ή στις αρχές της τρίτης δεκαετίας της ζωής του όταν έγιναν μάρτυρες των βελούδινων επαναστάσεων που επέφεραν το τέλος του κομμουνισμού στην Πολωνία, στην Ουγγαρία και στην Τσεχοσλοβακία, την πτώση του Τείχους και την επακόλουθη διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης».

Ο συγγραφέας ζει όλα αυτά, τα τελευταία γεγονότα, από κοντά. Πηγαίνει σε εκείνα ακριβώς τα μέρη που σημειώνονται οι κοσμοϊστορικές αλλαγές και τις καταγράφει στα ημερολόγιά του. Αναφέρεται στην χούντα των Συνταγματαρχών στην Ελλάδα και στο Πολυτεχνείο , ενώ μας πληροφορεί πως ο συγκάτοικός του στη μικρή γραφική βαυαρική πόλη Πρίεν αμ Κίμζεε, είναι ο Έλληνας Γιώργος. Η δεύτερη «ελληνική αναφορά» του συγγραφέα αφορά την Κνωσό, την «πρώτη πόλη της Ευρώπης», στην ποία ο ίδιος βρέθηκε το 1973, και παράλληλα με τα ταξίδια του ο Timothy Gordon Ash, στο δεύτερο μέρος του βιβλίο του, που φέρει τον τίτλο «Διαιρεμένη (1961-1979 ), δίνει με μοναδικό τρόπο στον αναγνώστη χρήσιμα στοιχεία της ταυτότητας και ιστορίας, συνθέτοντας έτσι το ευρωπαϊκό μωσαϊκό.
Το καλοκαίρι του 1975 ο συγγραφέας, σε ηλικία είκοσι μόλις ετών, ταξιδεύει στο διαιρεμένο Βερολίνο, μεταφέροντας τον αναγνώστη στο άγνωστο Σταϊνστούκεν. «Οι αυθαίρετες διαχωριστικές γραμμές που τραβιούνταν κατά μήκος του ευρωπαϊκού χάρτη επρόκειτο να έχει επιπτώσεις για τις ζωές που βρίσκονταν στη ‘λάθος πλευρά’, γράφει ο Ash. «Ας πάρουμε το παράδειγμα του Σταϊνστούκεν. Το 1787 το χωριό Στόλπ, που βρισκόταν στην ύπαιθρο χώρα νοτιοδυτικά του Βερολίνου, απέκτησε ένα κομμάτι γης εκτός του κυρίου οικισμού. Στο τέλος του 19ου αιώνα το Στόλπ και το κομμάτι αυτό εκτός του χωριού, που πλέον ονομαζόταν Σταϊνστούκεν, ενσωματώθηκαν στην καταπράσινη συνοικία Βάνζι, η οποία, με τη σειρά της, έγινε το 1920 τμήμα του ευρύτερου Βερολίνου. Όταν το καλοκαίρι του 1945 οι ΗΠΑ, η Σοβιετική Ένωση, η Βρετανία και η Γαλλία κατέληξαν στις γραμμές με τις οποίες θα χωριζόταν η πρωτεύουσα του Χίτλερ σε κατεχόμενους τομείς, τις χάραξαν ακολουθώντας τα όρια των δημοτικών διαμερισμάτων της πόλης. Έτσι, το Σταϊνστούκεν, έκτασης 120 στρεμμάτων, βρέθηκε να ανήκει στον αμερικανικό τομέα και στη συνέχεια σε αυτό, που μετά τη συγχώνευση των τριών συμμαχικών τομέων, θα γινόταν το Δυτικό Βερολίνο. Όταν η Ανατολική Γερμανία απέκλεισε με το Τείχος το Δυτικό Βερολίνο τον Αύγουστο του 1961, το Σταϊνστούκεν μετατράπηκε σε μια μικρογραφία του Δυτικού Βερολίνου, μια μικρή νησίδα «Δύσης» εν μέσω «Ανατολής». Παρότι οδικώς απείχε λιγότερο από ένα χιλιόμετρο από το κέντρο του Δυτικού Βερολίνου, ο αμερικανικός στρατός δημιούργησε μια υποτυπώδη βάση ελικοπτέρων ώστε να μεταφέρονται στρατιώτες στον θύλακα εκτός οικισμού… Αλλά για τους Αμερικανούς δεν έτρεχε και τίποτα, μπορούσαν να φύγουν και να πετάξουν για το Τέξας όποια στιγμή ήθελαν. Δεν ίσχυε όμως το ίδιο και για τους ανθρώπους που έμεναν εκεί, για τους οποίους η πλευρά του δρόμου που βρισκόταν το σπίτι τους καθόριζε και τον κόσμο στον οποίο θα ζούσαν».
Αυτή ακριβώς η περιγραφή του συγγραφέα συνιστά μια από τις καλύτερες περιγραφές που θα μπορούσε να βάλει κάποιος δίπλα στις λέξεις «ψυχροπολεμικός κόσμος». Θα μπορούσε φυσικά να την χρησιμοποιήσει για να αποδείξει πώς τα χέρια των πολιτικών ηγετών πάνω στη γεωπολιτική σκακιέρα, μετατρέπουν τις ανθρώπινες υπάρξεις και ζωές σε πιόνια που κινούνται από τη δύναμη της εξουσίας. Όπως και να χει το άγνωστο μέχρι πρότινος σε μένα Σταϊνστούκεν πήρε μια θέση στο σημειωματάριο μου ως προορισμός επίσκεψης και στοχασμού, κάτι που ο Timothy Gordon Ash προσφέρει απλόχερα καθ’ όλη τη διάρκεια ανάγνωσης του βιβλίου του.
Από εκείνο λοιπόν «το καινούργιο σύνορο ανάμεσα στην Ανατολή και στη Δύση», ο συγγραφέας συνεχίζει να παρακολουθεί τις εξελίξεις και αντιλαμβάνεται εκ των υστέρων, πως «ο άνεμος φυσούσε προς την κατεύθυνση της Δύσης, της Ελευθερίας και της ευρωπαϊκής ενότητας». Τέλη Αυγούστου του 1975 περπατάει για πρώτη φορά στο Ανατολικό Βερολίνο και το 1980 ταξιδεύει σε ολόκληρη την Ανατολική Γερμανία. Ο ίδιος με το αγγλικό του διαβατήριο μπορεί να μπαινοβγαίνει άνετα από την Δύση στην Ανατολή. Όχι όμως και εκατομμύρια άνθρωποι.
«Στην παμπ της γειτονιάς μου στο Πρεντσάουερ Μπεργκ, μια συνοικία του Ανατολικού Βερολίνου που σήμερα διανύει φάση εξευγενισμού αλλά τότε ήταν σκοτεινή και γκρίζα, έπιασα κουβέντα με έναν εύσωμο νεαρό που φορούσε T-shirt με στάμπα ‘Πανεπιστήμιο της Καλιφόρνια». Όταν έμαθε προς μεγάλη του ανακούφιση ότι ήμουν Άγγλος σπουδαστής της ιστορίας και όχι πράκτορας της Στάζι, μου αφηγήθηκε την προσωπική περιπέτεια του. Οι γονείς του ζούσαν στο Δυτικό Βερολίνο, αλλά τη νύχτα του 1961 που σφραγίστηκαν τα σύνορα εκείνος, σε ηλικία τριών ετών, κοιμόταν με το παππού του και τη γιαγιά του στο Ανατολικό Βερολίνο. Οι κομμουνιστικές αρχές αρνήθηκαν να του επιτρέψουν να επανενωθεί με τους γονείς του…»
Ο ίδιος αποκαλύπτει πως αργότερα παρακολουθούταν από την Στάζι, ενώ η εξιστόρηση συνεχίζεται με άξονα τα ταξίδια του στην Ανατολική Ευρώπη, στην Τσεχία και στην Πολωνία, μια χώρα η οποία βρίσκεται στο μικροσκόπιο του Gordon Ash και εξαιτίας της πολωνικής καταγωγής της γυναίκας του. Έτσι το τρίτο μέρος του βιβλίου του, που φέρει τον τίτλο «Ανερχόμενη (1980-1989)» ξεκινά, με τον ίδιο να περνά την «γκριζογάλαζη μεταλλική πύλη των Ναυπηγείων Λένιν στον Γκσταντ», εκεί όπου η Αλληλεγγύη, το ιστορικό συνδικάτο και η μορφή του Λεχ Βαλέσα έμελε να αφήσουν ένα συγκλονιστικό αποτύπωμα στην ευρωπαϊκή ιστορία. «Η αλληλεγγύη ήταν το σημαντικότερο κίνημα αλλαγής στην Ευρώπη που δεν κατέφυγε στη βία», σημειώνει 25 χρόνια αργότερα ο Μπρόνισλαφ Γκερέμεκ, κάτι που σημειώνει ο συγγραφέας, περιγράφοντας τον θαυμαστό κόσμο της εργατικής εξέγερσης στην Πολωνία.
«Κάποιοι άνθρωποι παίζουν όντως σημαντικό ρόλο στην ιστορία»
Με γέφυρα μια παρουσίαση της γενιάς του 1968 και της επίδρασής της στο κοινωνικό και πολιτισμικό γίγνεσθαι της Ευρώπης, ο Ash φτάνει να μιλήσει για πρώτη φορά για την χώρα του, την Αγγλία, καταγράφοντας την ιστορική ομιλία της Μπριζ, αναδεικνύοντας ταυτόχρονα την ισχυρή προσωπικότητα της Μάργκαρετ Θάτσερ, για να φτάσουμε στη σελίδα του ημερολογίου που δείχνει Δευτέρα 11 Μαρτίου 1985. Είναι η μέρα που το Πολιτμπιρό της ΕΣΣΔ επιλέγει τον 54χρονο Μιχαήλ Γκορμπατσόφ ως τον νέο ηγέτη της Σοβιετικής Ένωσης. Είναι μια ακόμη φορά που ο συγγραφέας θα σημειώσει τον «αποφασιστικό ρόλο που παίζουν τα πρόσωπα στα ιστορικά γεγονότα», υπογραμμίζοντας πως αυτή τη φορά η παραπάνω διατύπωση έμελε να καταδειχθεί «από ένα σύστημα η ιδεολογία του οποίου πρέσβευε ότι την Ιστορία κινούν απρόσωπες δυνάμεις». Ο Gordon Ash περιγράφει την προσωπικότητα του Γκορμπατσόφ, αναφερόμενος στην πρώτη του συνάντηση με την Μάργκαρετ Θάτσερ και καταγράφει την έκφραση που είχε επινοήσει ένας από τους κοντινότερους συμβούλους της Βρετανίδας Πρωθυπουργού: «Στο πρόσωπό του Γκορμπατσόφ είχαν βρει κάποιον με τον οποίο μπορεί κανείς να κάνει μπίζνες».
Στην ιστορία «παρεμβαίνει», μέσω της πένας του συγγραφέα ο Αμερικανός πρόεδρος Ντόναλντ Ρέηγκαν, ο Βίλι Μπραντ και ο Φρανσουά Μιτεράν, ο Ζακ Ντελόρ, ο Χέλμουτ Κόλ. «Δυο χρόνια αργότερα (1991) ο Κολ θα μου μιλούσε εμπιστευτικά για μια συζήτηση που είχε αργά το βράδυ με τον Γκορμπατσόφ. Ύστερα από ένα δείπνο σε φιλικότατη ατμόσφαιρα στο λεγόμενο ‘περίπτερο του καγκελαρίου’, οι δυο άντρες κατέβηκαν στον κήπο και κάθισαν πάνω σε ένα στηθαίο που έβλεπε τον ποταμό Ρήνο. Ενώ ο Γερμανός και ο Ρώσος ηγέτης ήταν βυθισμένοι στη σκέψη τους, ο Κολ είπε στον Γκορμπατσόφ ότι η Ιστορία θα κυλήσει προς τη γερμανική ενότητα, σαν το ποτάμι που βρίσκεται μπροστά τους. Όταν χωρίστηκαν τα ξημερώματα, αγκαλιάστηκαν για πρώτη φορά. Ήταν εκείνη η ‘αποφασιστική στιγμή…’»
Πέμπτη 9 Νοεμβρίου 1989. Για την δική μου γενιά –και όχι μόνο-, η ημερομηνία αυτή αποτελεί ορόσημο στην ιστορία της Ευρώπης, μα και το κόσμου ολόκληρου. Η πτώση του Τείχους περιγράφεται από τον συγγραφέα με τρόπο μοναδικό και το βιβλίο, όπως και μια ολόκληρη εποχή, γυρίζει σελίδα. «Η θριαμβεύουσα (1990-2007)» είναι ο τίτλος του τέταρτου μέρους του βιβλίου του Gordon Ash και ο κόσμος μετά το Τείχος αποκαλύπτεται στα μάτια του αναγνώστη. «Ήταν τα χρόνια που στην Ευρώπη η μεταπολεμική εποχή έδινε τη σκυτάλη στην εποχή μετά το Τείχος» ή όπως έγραφε και το αυτοσχέδιο πανό ενός άγνωστου Βερολινέζου όταν έπεσε το Τείχος: «Μόλις σήμερα τελείωσε πραγματικά ο πόλεμος».
Ακολουθούν η διεύρυνση της Δύσης και το αρχιτεκτονικό σχέδιο του Κολ, για να οδηγηθούμε στον πόλεμο και στη διάλυση της Γιουγκοσλαβίας. Ο συγγραφέας με το αμάξι του διασχίζει αυτή τη φορά τα Βαλκάνια, συνομιλώντας, στο ίδιο πάντα μοτίβο, με τους γνωστούς μα και τους άγνωστους πρωταγωνιστές. Καταγράφει τις σκέψεις και της απόψεις τους, στέκεται ιδιαίτερα στη σφαγή της Σρεμπρνιτσα. Η λέξη «Ευρώπη» αρχίζει να αποκτά για κάποιος απέχθεια και μίσος. Η διαδρομή συνεχίζεται με την περιγραφή των δυσκολιών που αντιμετωπίζουν πλέον οι πρώην ανατολικές χώρες στη μετάβασή τους προς τον καπιταλισμό. Όπως συμβαίνει πολύ συχνά, γράφει ο συγγραφέας, ένα ανέκδοτο αποτύπωνε γλαφυρά την πραγματικότητα: «Ξέρουμε ότι μπορείς από ένα ενυδρείο να φτιάξεις ψαρόσουπα, μπορείς όμως από την ψαρόσουπα να κάνεις ενυδρείο;» Οι όροι «κλεπτοκρατία» και «ολιγαρχία» εμφανίζονται για πρώτη φορά στο βιβλίο, συνδεόμενοι με την νέα πραγματικότητα που βιώνουν οι λαοί της πρώην ανατολικής Ευρώπης κι ενώ η αφήγηση συνεχίζεται, το κοινό μας νόμισμα και η ιστορία του, το ευρώ, κάνει την εμφάνισή του.
Η ιστορία συνεχίζεται στο πέμπτο μέρος του βιβλίου με τίτλο «Θριαμβεύουσα (1990-2007)» με μια εκπληκτική επισήμανση που θα παίξει τεράστιο ρόλο στην συνέχεια του δικού μας κόσμου. Από την 9/11 στην 11/9. Ο Gordon Ash μιλάει για δυο μέγιστης ιστορικής σημασίας γεγονότα, που χαρακτηρίζονται από την αντιστροφή των αριθμών των ημερομηνιών που συνέβησαν: Από την πτώση του Τείχους στην πτώση των δίδυμων πύργων.
Οι Μουσουλμάνοι στην Ευρώπη, είναι ένα κεφάλαιο ξεχωριστής σημασίας στο βιβλίο. Η περιγραφή και η διεισδυτική ανάλυση του συγγραφέα στο μείζον αυτό και πολυσύνθετο θέμα αναδεικνύουν θαυμαστά τα υπαρξιακά αδιέξοδα της Ευρώπης του σήμερα. Την ώρα που γράφω αυτές τις γραμμές η επικαιρότητα καταγράφει τις βίαιες επιθέσεις που σημειώθηκαν από ακροδεξιούς εναντίον μεταναστών στο Δουβλίνο, ενώ λίγα εικοσιτετράωρα πριν, στην Ολλανδία, ο πολέμιος της Ευρώπης, Χεερτ Βίλντερς ήταν ο νικητής των εθνικών εκλογών.
Ο συγγραφέας ξεκινάει το τελευταίο μέρος του βιβλίου που φέρει τον τίτλο «Κλονισμένη (2008-20023)», μιλώντας για ένα δράμα δικό μας. Είναι η εποχή όπου ολόκληρος ο πλανήτης αναφέρεται στην Ελλάδα και το Grexit. Η περιγραφή του ελληνικού δράματος και το κλίμα τρόμου που διαμορφώνεται πλέον από «τον τρόμο των αγορών» περιγράφεται πολύ ρεαλιστικά, ενώ ο συγγραφέας θέτει ευθέως μείζονα ζητήματα δημοκρατίας, όπως αυτά αναδεικνύονται στην ίδια την χώρα μας κατά τη διάρκεια της περιόδου των μνημονίων.
Η εισβολή στην Κριμαία, η επίθεση στο Charlie Ebdo, και το Brexit ακολουθούν το νήμα της ευρωπαϊκής ιστορίας και αναλύονται από τον συγγραφέα σε ένα χρονικό που φαίνεται πως με κάποιον τρόπο ακολουθεί τον ελληνικό τρόμο. Ο τρόμος άλλωστε έχει πολλές μορφές. Και φυσικά τον συναντά κανείς παντού. Ο Timothy Gordon Ash ολοκληρώνει σιγά-σιγά την αφήγησή του ρίχνοντας τους προβολείς του στο «νέο σιδηρούν παραπέτασμα» της Ευρώπης, ένα Τείχος που αυτή τη φορά δεν κρατάει τους ανθρώπους εντός, αλλά ορθώνεται για να κρατήσει τους «διαφορετικούς» εκτός. Ο κόσμος έχει αλλάξει και πάλι. Η ιστορία γράφεται ξανά από την αρχή; Ο πόλεμος στην Ουκρανία ίσως να είναι η απάντηση σε αυτό το ερώτημα. «Με το που εισέβαλε στην Ουκρανία ο στρατός του Βλαντίμιρ Πούτιν, την Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2022, η Ευρώπη γύρισε πίσω. Στα ίδια εδάφη όπου η Βέρμαχτ και τα Ες-Ες είχαν εξαπολύσει ένα πόλεμο τρόμου μεταξύ 1941-1944, οι ρωσικές δυνάμεις διεξήγαγαν πλέον τον δικό τους πόλεμο τρόμου».
Με ένα ευρηματικό «πέρασμα» από τους Δελφούς, στην προσπάθεια του να μαντέψει το μέλλον, ο Gordon Ash φτάνει στο τέλος της αφήγησης του. «Τι θα πρέπει, λοιπόν, να περιμένουμε από δω και πέρα και πώς μπορούμε να προετοιμαστούμε;»
«Η Ευρώπη και η ταραχώδης γειτονιά μας δέχονται μεγάλες πιέσεις από παράγοντες όπως η δημογραφία, το κλίμα, η τεχνολογία και οι Μεγάλες δυνάμεις, παλιές και νέες», επισημαίνει ο συγγραφέας. Κάθε πρόβλεψη θα πρέπει να βασίζεται στην ιστορική γνώση και ακριβώς σε αυτό το πεδίο οι «Πατρίδες» του Βρετανού συγγραφέα αφήνουν το δικό τους πολύτιμο λιθαράκι στον αναγνώστη. Ο ίδιος αφήνει συνειδητά στο τέλος να διαφανεί η ελπίδα. Ίσως επειδή ο ίδιος είναι ένας αθεράπευτα Ευρωπαίος πολίτης. Ίσως επειδή διαθέτει το κατάλληλο υπόβαθρο, ώστε να προβλέψει. Ο ίδιος το αρνείται. Ωστόσο κάνει κάτι πολύ πιο σημαντικό. Συνεχίζει να αγωνίζεται. Να αγωνίζεται για πιο ισχυρή, πιο δημοκρατική, πιο ενωμένη Ευρώπη.
Όλοι οι ήρωες της ιστορίας, όπως την αφηγείται ο Timothy Gordon Ash, δεν κοιτάζουν μόνο μπροστά, κοιτάζουν και πίσω. Κάποιες γενιές, με τον τρόπο αυτόν, κοιτάζοντας δηλαδή πίσω, διέκριναν μόνο αίμα και δάκρυα. Γι αυτό και η ώθηση του να ξεφύγουν από το σκοτεινό παρελθόν γινόταν μεγαλύτερη. Τώρα, κάποιες άλλες, κοιτάζοντας πίσω δεν μπορούν να μυρίσουν το αίμα. Ίσως γι’ αυτό και όλα να γίνονται ή να φαίνονται πιο δύσκολα. Ωστόσο η ιστορική μνήμη μεταγγίζεται. Και αυτή ακριβώς οφείλει να είναι η δική μας παρακαταθήκη. Ο Ευρωπαίος πολίτης είναι αδύνατον να μετατραπεί σε ιδανικό αυτόχειρα. Όχι ότι αποκλείεται φυσικά. Τουναντίον. Ωστόσο, κάθε γενιά δίνει τον δικό της αγώνα. Τώρα λοιπόν είναι η ώρα της δικής μας γενιάς. Κι αυτός είναι ένας ακόμα λόγος που κάποιος, διαβάζοντας τις πατρίδες του Timothy Gordon Ash, οφείλει να πει ένα «ευχαριστώ»…