Της Ειρήνης Παπουτσή – ΦΩΤΟ: Λεωνίδας Τζέκας // LarissaPress
Τέλη Ιούνη και με τον υδράργυρο να το… εννοεί πραγματοποιήθηκε τούτο το ρεπορτάζ. Όαση η δροσερή αυλή και η κληματαριά που μας υποδέχτηκαν.
«Παράδεισος», ήταν η πρώτη μας σκέψη, για να διαπιστώσουμε σύντομα πως όντως έτσι ήταν, καθώς – πέρα από τα χαμόγελα, το καφεδάκι και το παγωμένο νερό – μας υποδεχόταν ένας άνθρωπος για να μας μπάσει στον… παράδεισό του, τον «Παράδεισο των Μπουζουκιών», με τον κατασκευαστή χειροποίητων μουσικών οργάνων, Λευτέρη Γιαννούλο, να ανοίγει την πόρτα και την καρδιά του στη LarissaPress.
Έτοιμα και υπό κατασκευή όργανα, μπουζούκια, κιθάρες, τζουράδες, μπαγλαμάδες και λαούτα, έντονη η μυρωδιά του ξύλου και του λούστρου, εργαλεία χίλια δυο, φωτογραφίες βιρτουόζων του μπουζουκιού και πολύ μεράκι και αγάπη για τη δουλειά τους ήταν από τα πρώτα πράγματα που διαπιστώσαμε, με τον κ. Γιαννούλο, μα και τον διάδοχο πίσω από τους πάγκους, τον γιό του, Θοδωρή, να μας μιλούν για μια διαδρομή που οδήγησε τα μουσικά τους όργανα στα πέρατα του κόσμου.
«Ποιος επαγγελματίας του χώρου δε γνώριζε τον θείο μου; Αντώνης ο Λαρισαίος (σ.σ. Αντώνης Θεοδώρου) με τ’ όνομα. Είχε 65 χρόνια πίσω από τους πάγκους και μου’ μαθε την τέχνη όταν μόλις 12 χρόνων παιδί κατέβηκα από τη Μηλίνα για να μαθητεύσω πλάι του», θυμάται ο Λευτέρης Γιαννούλος, που πλέον συμπληρώνει 39 χρόνια ως κατασκευαστής χειροποίητων μουσικών οργάνων.
«Από τότε που με θυμάμαι πάλευα με το ξύλο, το σπίτι μου κοντά σε έναν μαραγκό, έπαιρνα κομμάτια ξύλου και τα δούλευα, γεννήθηκα θαρρείς με το σφυρί και την τανάλια στα χέρια και έτσι βρέθηκα πίσω από τους πάγκους. Δύσκολη δουλειά, λεπτοδουλειά, θέλει υπομονή και γερό στομάχι για να ικανοποιήσεις τις απαιτήσεις. Αν έχεις κλίση κάθεσαι, αλλιώς φεύγεις, δε σε σηκώνει», θα πει, ρίχνοντας κλεφτά περήφανες ματιές στον γιο του, που δουλεύει απορροφημένος λίγο πιο κει.
«Λίγοι οι γνώστες στη δουλειά μας και αυτή είναι που μας διαφημίζει τελικά, στόμα με στόμα. Είμαστε κατασκευαστές όχι συναρμολογητές και όπως βλέπετε όλα ξεκινούν από το μηδέν, από τον σχεδιασμό, την επιλογή των ξύλων για το κάθε τμήμα του οργάνου, τα λούστρα και τη διακόσμησή του», συνεχίζει, προσθέτοντας πως χειροποίητα όργανά του «ταξίδεψαν» από την Αυστραλία και τον Καναδά, μέχρι τη Βραζιλία και την Ευρώπη.
Δεν κρύβει την προτίμησή του στην κατασκευή μπουζουκιών ο κ. Γιαννούλος, «Παλαιολόγου, Τσαουσάκης, Ζαφειρίου, Κωνσταντίνου, όλοι τους έπαιξαν με τα χειροποίητα όργανά μας. Θέλει τον χρόνο του το όργανο, κοντά έναν μήνα παίρνει η ολοκλήρωσή του. Αφήνει και κέρδος δε λέω, μα πλούσιος μην περιμένεις να γίνεις», ξεκαθαρίζει, επισημαίνοντας πως τα ειδικά ξύλα, το φίλντισι και τα υπόλοιπα στολίσματα του οργάνου κάνουν την τιμή του να ξεκινά από τα 1.000 ευρώ.
«Η μεγαλύτερη απολαβή είναι να βλέπεις το όργανο να ταξιδεύει, να ακούγεται σε μεγάλες πίστες και καλλιτεχνικά γεγονότα, να φωτογραφίζεται και να διασκεδάζει τον κόσμο», συμπληρώνει, σημειώνοντας το πόσο σημαντική είναι η επιλογή του ξύλου: Φλαμούρι στα κλειδιά, έβενος για την ταστιέρα, επτά διαφορετικά ξύλα για τον μάνικα, καπάκι από έλατο και σκάφος από καρυδιά, τριανταφυλλιά, παλίσανδρο, κελεμπέκι ή ακόμη και μουριά, απαριθμεί.
Δίνοντας βάρος στην εμπειρία του κατασκευαστή, ο Λευτέρης Χαδούλος επιμένει πως ο άνθρωπος «είναι το Α και το Ω στη δουλειά», μην προσπερνώντας και την τεχνολογία, που έρχεται πλέον να τη διευκολύνει.
«Να ξέρετε, σε τούτη τη δουλειά παίζει ρόλο η λεπτομέρεια, παλεύουμε με τα… χιλιοστά και μας δικαιώνει το αποτέλεσμα και τα λόγια των πελατών μας, που μας τοποθετούν ανάμεσα στα πέντε κορυφαία ονόματα του χώρου. Άλλωστε όταν μαθητεύεις 36 ολόκληρα χρόνια δίπλα στον… πρύτανη (σ.σ. Αντώνης ο Λαρισαίος) και προσπαθείς συνεχώς, τελικά γίνεσαι όλο και καλύτερος, βελτιώνεσαι μέρα τη μέρα και προχωράς».
Και με τους καλλιτέχνες πως τα πάτε, τον ρωτάω, με τον ίδιο να χαμογελά, μιλώντας για την εμπιστοσύνη με την οποία τους περιβάλλουν μα και για τα απρόοπτα που συνόδευσαν κατά καιρούς την κατασκευή ενός χειροποίητου οργάνου.
«Ο καθένας έχει τον χαρακτήρα του και όλοι λίγο πολύ ζητούν τη λεπτομέρεια, το κάτι παραπάνω από τον κατασκευαστή. Δε σου κρύβω πως υπήρξαν όργανα που θα ήθελα πολύ να τα κρατήσω. Και από ιστορίες πολλές. Κάποτε μου ζητήθηκε να τοποθετήσω… κουδουνάκια στο σκάφος του μπουζουκιού και φυσικά πάντα θα υπάρχουν οι… ερωτευμένοι που ζητούσαν να προσθέσω το όνομα της καλής τους στο όργανο. Άλλο που σαν τύχαινε και χώριζαν ψάχναν να πουλήσουν το μπουζούκι», θυμάται γελώντας.
Το τηλέφωνο του συνομιλητή μας δε σταματά να χτυπά, παραγγελίες καταφτάνουν συνεχώς και η κουβέντα μας φτάνει στο τέλος της. Ωραία δουλειά, «χειρουργείο» σκέτο, σχολιάζω καθώς τον παρατηρώ να μελετά προσεκτικά την κάθε λεπτομέρεια.
«Ένα να θυμάσαι, είναι διαχρονική η δουλειά μας. Αν με ρωτάς, το σημαντικό δεν είναι να φτάσεις ψηλά, μα με δουλειά και αγάπη γι’ αυτό που κάνεις να κρατηθείς εκεί. Εγώ είπαμε, είχα δίπλα μου τον πρύτανη…», μας αποχαιρετά χαμογελαστά, όπως μας καλοδέχτηκε.