Λέμε ότι η “ιστορία διδάσκει”. Αλλά πώς προσλαμβάνουμε τη διδαχή της για να την αξιοποιούμε;
Ο πλέον απλός τρόπος είναι να καταφύγουμε στο σχήμα της αναλογίας. Δηλαδή να θεωρήσουμε ότι οι τωρινές καταστάσεις διαθέτουν κοινά στοιχεία με μια ή περισσότερες παλιότερες ιστορικές καταστάσεις και με βάση αυτά να κρίνουμε και να διαμορφώσουμε τις τωρινές μας συμπεριφορές.
Αυτό όμως συνεπάγεται ότι εμείς έχουμε το ελεύθερο να επιλέγουμε τα στοιχεία που θεωρούμε “κοινά”. Και ξέρουμε ότι η κάθε προσωπική “επιλογή” δεν είναι ανεξάρτητη από το τι θέλουμε να αναδείξουμε και τι να αποσιωπήσουμε. Με λίγα λόγια κάνουμε ιδεολογική χρήση της ιστορίας με σκοπό να την “εισάγουμε” στο δικό μας παρόν. Για να αποφύγουμε τον κίνδυνο και να είμαστε όσο το δυνατό περισσότερο “αντικειμενικοί”, η αναλογία δεν πρέπει να βασίζεται μόνο στην περιγραφή, στη σύγκριση και στην αξιολόγηση δύο διακριτών στοιχείων μεταξύ τους, αλλά κυρίως να συνεξετάζει και άλλες σχέσεις στοιχείων που διαμορφώνουν το πλαίσιο του αναλογικού μας σχήματος (οι μαθηματικοί και οι ιστορικοί το ξέρουν καλά).
Αυτό όμως δεν συμβαίνει κατά την ανάλυση και ερμηνεία της συγκυρίας όπου χρησιμοποιούνται τα εργαλεία της αναλογίας κυρίως από το χώρο της δημόσιας ιστορίας. Τότε με διαστρεβλωτικό (και συχνά με αρρωστημένο τρόπο) ανασύρονται αναλογίες παρόντος-παρελθόντος οι οποίες κυριαρχούνται από μερική και επιλεκτική ανάγνωση και επομένως διαμορφώνουν εύπεπτα σχήματα που διευκολύνουν μόνο την εκδήλωση των προσωπικών ανακλαστικών ή των διαθέσεων της στιγμής.
Έτσι με περισσή ευκολία η περίοδος της κρίσης παραλληλίστηκε με τη δημοκρατία της Βαϊμάρης· η περίοδος των μνημονίων με την Κατοχή (η Μέρκελ ως Ναζί)· η λειτουργία του κοινοβουλευτισμού με την Χούντα (που δεν τελείωσε το 73)· η προβληματική μας οικονομία με την αποικιοκρατία (αποικία χρέους!)… Σήμερα ο Κουφοντίνας παραλληλίζεται με “αντάρτη” (“οι αντάρτες δεν υπογράφουν”), η λειτουργία της αστικής δημοκρατίας στην Ελλάδα παραλληλίζεται με την λειτουργία της Δικτατορίας των συνταγματαρχών· η οποιαδήποτε αστυνομική αυθαιρεσία ανάγεται σε απόδειξη ύπαρξης “αστυνομικού κράτους της εφταετίας”· η δήλωση ότι η αστυνομία όταν συλλάβει κάποιον οφείλει να ειδοποιεί τις κοινωνικές υπηρεσίες αν τυχόν υπάρχουν ανήλικα παιδιά, μετατρέπεται αναλογικά σε προσπάθεια της κυβέρνησης να οργανώσει ξανά τις παιδουπόλεις της Φρειδερίκης· η κοινοβουλευτική Ελλάδα του 2021 παραλληλίζεται με το Άουσβιτς (“δεν έχουμε κοινοβουλευτική δικτατορία, δικτατορία έχουμε. Καθεστώς τυράννων έχουμε…Ζούμε σε ένα Άουσβιτς…σε αυτή την ατέλειωτη Νύχτα των Κρυστάλλων”).
Όταν λοιπόν η χρήση της ιστορικής αναλογίας, αντί να γίνει μέθοδος ιστορικής επίγνωσης μέσα από διαδικασίες σύγκρισης, αξιολόγησης και συμμεταβολής, μετατρέπεται σε πολωτικό εργαλείο αντίδρασης, τότε στις δύσκολες κοινωνικές καταστάσεις η αναλογία σφηνώνεται στο μυαλό και μπορεί να μετατραπεί σε ιδεολόγημα και στερεότυπο που κατευθύνει τις ατομικές και κοινωνικές συμπεριφορές. Π.χ. η στερεοτυπική αναλογία “το αντιεξουσιαστικό κίνημα ίσον νέο ΕΑΜ” ή “εγώ γεννήθηκα 17 Νοέμβρη” οδηγεί στη φαντασίωση ότι εγώ ήδη μετέχω σε ένα απελευθερωτικό κίνημα και είμαι ένα είδος σύγχρονου αντάρτη.
Όταν ένα τέτοιο ιδεολόγημα σφηνωθεί στο μυαλό, οι περιορισμοί της πραγματικότητας παραμερίζονται και τα άτομα πέφτουν μέσα στην παγίδα της ψευδαίσθησης. Από εκεί και μετά η βία μπορεί να ανθίζει από όλες τις πλευρές.