Του ΛΕΥΤΕΡΗ ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ
Αύριο Κυριακή, η Λάρισα και η Δημοτική Πινακοθήκη Λάρισας-Μουσείο Γ.Ι. Κατσίγρα, με αφορμή τη συμπλήρωση 100 χρόνων από τη γέννηση του φωτογράφου Τάκη Τλούπα, τιμούν τον Λαρισαίο καλλιτέχνη διερευνόντας την τέχνη αλλά και τον ίδιο το δημιουργό με την έκθεση που θα παρουσιαστεί στο Αίθριο του 1ου ορόφου με τίτλο «Ταξίδια μιας ζωής».
Αυτά τα συναρπαστικά «ταξίδια» της ζωής του μεγάλου Λαρισαίου καλλιτέχνη αποτελούν εδώ και δεκαετίες και δικά μας ταξίδια. Ο καθένας με τη δική του ματιά και με όχημα την φωτογραφική αποτύπωση του Τάκη Τλούπα, πιάνει το νήμα της ιστορικής συνέχειας και την μεταμορφώνει σε πράξη ενεστώτα ή μέλλοντα.
Αυτή ακριβώς η αφορμή ήταν που με οδήγησε στον χώρο της Βάνιας Τλούπα, της κόρης του φωτογράφου, που εδώ και πάρα πολλά χρόνια προσπαθεί να δώσει σε όλους εμάς νεότερο υλικό από την μοναδική δουλειά του κορυφαίου φωτογράφου. Ένα κρύο πρωινό του Φλεβάρη βρέθηκα απέναντι της, με ένα βασικό ερώτημα: «Ποιος ήταν ο μπαμπάς σου, ο Τάκης Τλούπας;»
Ο πατέρας μου ήταν ένας άνθρωπος πολύ άμεσος, πολύ απλός –όχι απλοϊκός-, που ζούσε την κάθε του μέρα έτσι ακριβώς όπως την ήθελε. Επέλεξε να κάνει πράγματα στη ζωή του που πραγματικά τον γέμιζαν. Δεν το έκανε από την αρχή της ζωής του. Ξεκίνησε ως ξυλογλύπτης δίπλα στον πατέρα του, τον Γιώργο. Το αγαπούσε και το ξύλο, όπως οτιδήποτε είχε να κάνει με τα χέρια. Είχε το σθένος όμως να «γυρίσει» τα πράγματα, επιλέγοντας αυτά που τον γέμιζαν. Όταν αισθάνθηκε δηλαδή ότι κάπου η ξυλογλυπτική δεν τον γέμιζε και επειδή ήταν ανήσυχος ως χαρακτήρας, άλλαξε τη ζωή του και την έφερε στα μέτρα του.
Αυτή η «ανησυχία» του, τον έκανε να βλέπει μπροστά από την εποχή του. Ήταν πρωτοπόρος για την εποχή του, όπως και ο αδερφός του, ο Φιλόλαος. Είναι αξιοπρόσεκτο να είναι σε μια οικογένεια δυο αδέρφια τόσο σημαντικοί καλλιτέχνες. Δεν το συναντάς εύκολα.
Μεγαλώσαμε πολύ απλά, χωρίς καμία έπαρση. Πέρασαν από το σπίτι μας σπουδαίες προσωπικότητες, «διάσημοι άνθρωποι» όπως λένε σήμερα, αλλά για μας δεν ήταν ξεχωριστό. Δεν θυμάμαι ποτέ τον μπαμπά μου να μας λέει «κοίτα ποιος θα μπει τώρα μέσα στο σπίτι…». Δεν κόμπαζε ποτέ. Έτσι μεγαλώσαμε κι εμείς. Θαυμάζουμε το ωραίο, το ξεχωριστό, όπως έκανε κι εκείνος δηλαδή. Μια διαδικασία για να γίνει καλύτερος ο ίδιος, για να γεμίσει η ψυχή του. Επίσης ήταν τελειομανής. Είχε απαιτήσεις από τον εαυτό του, ήθελε συνεχώς να ανεβαίνει επίπεδα. Να ανεβαίνει επίπεδα, όχι για να αποδείξει κάτι στους άλλους. Ο εαυτός του ήταν ο κριτής του και σ’ αυτόν ήταν υπόλογος. Ήταν ένας άνθρωπος ταπεινός…
Σε μια εκδρομή του Ορειβατικού, το 1938, πιάνει για πρώτη φορά τη φωτογραφική μηχανή στα χέρια του. Ήταν ένας άνθρωπος που αγαπούσε πολύ τη φύση εξ ου και από τα πρώτα μέλη του Ορειβατικού Συλλόγου. Σε μια από εκείνες τις εκδρομές λοιπόν είδε κάποιον που είχε μια φωτογραφική μηχανή και άρχισε να την περιεργάζεται. Προφανώς αυτή η επαφή του ερέθισε κάποιες ευαισθησίες του και μαγεύτηκε. Του έβγαλε στην επιφάνεια μια πτυχή του χαρακτήρα του, που προφανώς δεν γνώριζε και ο ίδιος πως διέθετε.
Στην προπολεμική Ελλάδα όπου η τέχνη της φωτογραφίας δεν ήταν και τόσο διαδεδομένη. Σε μια εποχή δηλαδή όπου δεν υπήρχε πληροφόρηση για το αντικείμενο, δεν γνώριζε ξένες γλώσσες για να προμηθευτεί κάποια ξενόγλωσσα περιοδικά. Η φωτογραφία τότε στην Ελλάδα ήταν στα σπάργανα. Γι αυτό και λέω πως ήταν πρωτοπόρος. Έβλεπε μπροστά από την εποχή του. Και αυτό τελικά ίσως ήταν το στοιχείο που τον έκανε «ανήσυχο».
Από εκείνη τη στιγμή και μετά αφοσιώθηκε στην τέχνη της φωτογραφίας και το έκανε τέλεια. Όσο περνούν τα χρόνια και δουλεύω με το υλικό του αντιλαμβάνομαι πως το έργο του είναι ασύλληπτο. Είναι κάτι μοναδικό. Αν έχουμε τυπώσει φωτογραφίες στον σκοτεινό θάλαμο… Όλα κόστιζαν τότε. Δεν πετούσαμε ποτέ χαρτί. Μόνο δείγματα. Είναι κάτι που τα σημερινά παιδιά δεν μπορούν να καταλάβουν. Σήμερα τραβάνε και 1000 φωτογραφίες καθημερινά, σε ένα γεγονός, που μπορεί να αξίζουν οι δύο. Ο μπαμπάς μου πήγαινε με ένα φιλμ το οποίο είχε 12 πλάκες, στον Όλυμπο ή σε δύσβατες περιοχές που δεν μπορούσες να πλησιάσεις εύκολα ή συναντούσε καιρικές συνθήκες που επίσης δεν επαναλαμβάνονταν, και έπρεπε να τα αποθανατίσει, γνωρίζοντας πως δεν υπάρχει η πολυτέλεια της επανάληψης.
Ο ίδιος δεν πιεζόταν ποτέ. Πήγαινε τις εκδρομές του, έχοντας μαζί του το κουλουράκι και το τυράκι του, τα φρούτα του, με παρέα και περίμενε να συλλάβει την εικόνα που ήθελε. Όχι καταναγκαστικά όμως. Απολάμβανε την φύση που αγαπούσε και ταυτόχρονα αποθανάτιζε και τις εικόνες που ήθελε. Περνούσε πάντα καλά.
Η «ματιά» του και η τεχνική του που βελτιωνόταν με ταχύτατους ρυθμούς ήταν τα στοιχεία που τον καθόρισαν στην έκφραση της καλλιτεχνικής του προσωπικότητας. Αν δεις φωτογραφίες του το 1948, όταν δηλαδή ο ίδιος ήταν 28 χρονών, αντιλαμβάνεσαι εύκολα το πόσο τεράστιος φωτογράφος ήταν.
Θα σου μιλήσω σαν φωτογράφος. Ήταν άρτιος. Τα τυπώματα του ήταν άρτια. Άψογα. Και τα αρνητικά του. Αυτά τα αρνητικά που έχω εκτυπώσει τόσες φορές στον σκοτεινό θάλαμο διαπιστώνω συνεχώς πως δεν έχουν αποκλίσεις. Κάποιος που γνωρίζει από φωτογραφία και φιλμ, αντιλαμβάνεται τη δυσκολία του να βγάλει κανείς άρτιο αρνητικό και άρτιες εκτυπώσεις. Από τεχνικής άποψης ήταν αδιαμφισβήτητα πρωτεύον στοιχείο η ματιά του. Αυτό ήταν το στοιχείο που καθόριζε όλη την «ιστορία». Με μια διαφορετική γωνία, για παράδειγμα, μπορείς να αλλάξεις ολόκληρη την ιστορία μιας φωτογραφίας. Η ματιά του λοιπόν μαζί με την τεχνική του αρτιότητα ήταν αυτά που καθόρισαν την καλλιτεχνική του προσωπικότητα.
Η ματιά του ήταν μια αισιόδοξη ματιά και αυτό είναι τελικά το στοιχείο που κάνει τους ανθρώπους να αγαπάνε τις φωτογραφίες του. Τις νιώθουν πολύ πιο εύκολα δικές τους φωτογραφίες. Ενώ κατά βάση είναι ένας μεταπολεμικός φωτογράφος, έχει ωστόσο μια πολύ αισιόδοξη ματιά.
Ήταν «κλειστός» άνθρωπος. Ένα οξύμωρο σχήμα. «Κλειστός» άνθρωπος με πάρα πολλές παρέες. «Κλειστός» στο να εκφράσει κάποια συναισθήματα του.
Εδώ δεν έλεγε για άλλα κι άλλα, θα μιλούσε για την τέχνη του; (γελάει) Ερχόταν στο σπίτι μας θυμάμαι κάποιοι κριτικοί, ειδικοί στη φωτογραφία, ή κάποιοι δημοσιογράφοι, οι οποίοι έβλεπαν τις φωτογραφίες του και τις ανέλυαν γλαφυρά ή με κάποιον ιδιαίτερο τρόπο και φεύγοντας υπήρχαν στιγμές που γυρνούσε ο πατέρας μου και έλεγε, κοιτώντας τις φωτογραφίες του, «μα καλά, πού τα βλέπουν όλα αυτά; Μπράβο!!»
Φυσικά δεν αντιδρούσε έτσι επειδή δεν σεβόταν τις ικανότητες ή τις γνώσεις των ανθρώπων αυτών. Ο πατέρας μου θαύμαζε πολύ τους μορφωμένους ανθρώπους. Τους ανθρώπους που είχαν πολύπλευρη μόρφωση. Ήταν ανοιχτό μυαλό. Ο παππούς μου, ο πατέρας του, ήταν ένας άνθρωπος που διάβαζε πάρα πολύ. Τον έχω φωτογραφίες, καθισμένο πίσω στον κήπο σε μια καρέκλα σκηνοθέτη, να διαβάζει συνεχώς και να ακούει από το γραμμόφωνο, εκείνη την εποχή, κλασσική μουσική. Αυτό ήταν το οικογενειακό περιβάλλον του πατέρα μου.
Ο πατέρας μου μιλούσε μέσα από τις φωτογραφίες του. «Εγώ αυτό είδα, αυτό τράβηξα», έλεγε. Δεν έκανε κάποια ιδιαίτερη ανάλυση.
Ο τίτλος που θα έβαζα για να περιγράψω τη ζωή του θα ήταν «Η ζωή ένα ταξίδι…»
Υπάρχει ακόμα φωτογραφικό υλικό που δεν το έχει δει κανείς. Ούτε εγώ δεν το έχω δει. Συνεχώς αρχειοθετώ. Το υλικό είναι πολύ μεγάλο. Γίνονται πάρα πολλές θεματικές επειδή το αρχείο είναι πολύ πλούσιο και το εύρος του τεράστιο. Κι εγώ μένω άφωνη! Επιστήμονες που έχουν σπουδάσει ανθρωπιστικές σπουδές για παράδειγμα, θα μπορούσαν μέσα από τις φωτογραφίες του Τλούπα να μελετήσουν τον άνθρωπο μέσα από την πορεία του. Τα ρούχα, η εξέλιξη στο πρόσωπο, στην έκφραση. Τα επαγγέλματα… Είναι μεγάλο το εύρος.
Προσπαθώ να αρχειοθετώ φωτογραφίες, οι οποίες δεν τελειώνουν ποτέ. Το Κιονόκρανο που έδωσα στο Λαογραφικό είχε «λιώσει» από τις φωτογραφίες. Είπα στους υπευθύνους του Μουσείου πως αυτό είναι ιστορικό κομμάτι για τη Λάρισα. Έχουν σχεδόν όλοι οι Λαρισαίοι μιας εποχής, φωτογραφία τους με αυτό το φόντο.
Δεν μπορώ να κάνω εκτίμηση του αριθμού των φωτογραφιών που έχω στο αρχείο. Νομίζω πως δυο ζωές δεν θα μου έφταναν να αρχειοθετήσω ολόκληρο το υλικό.
Η έκθεση που ξεκινάει την Κυριακή είναι πολύ σημαντική. Για μένα φυσικά από συναισθηματικής άποψης. Είναι μια έκθεση που θα έχει και αντικείμενά του. Τη βέσπα, ανέκδοτες φωτογραφίες, άλλα προσωπικά του αντικείμενα. Σα να πήρε ο ίδιος τη βέσπα του και πήγε μια βόλτα ξανά για να μας δείξει τις πιο ωραίες του φωτογραφίες. Αυτή είναι η βάση της έκθεσης. Αυτή ήταν η ιδέα μου… Στην έκθεση θα υπάρχει και μια ενότητα με ανέκδοτες φωτογραφίες στην Ευρώπη που δεν έχει δει ποτέ κανένας.